Ο κ. Γιανναράς, η Μικρασιατική καταστροφή και το μονοτονικό

του Νίκου Σαραντάκου

Δεν πολυχρησιμοποιώ τη λέξη «παραλήρημα» κι ούτε μ” αρέσει που έχει γίνει της μόδας να εκτοξεύεται ο χαρακτηρισμός για οποιαδήποτε σχεδόν τοποθέτηση με την οποία διαφωνούμε (το έχω γράψει κιόλας), αλλά φοβάμαι πως δεν θα έπεφτε και πολύ έξω όποιος χαρακτήριζε έτσι την προχτεσινή επιφυλλίδα του κ. Χρήστου Γιανναρά που, παρά τον τίτλο της («Παγιδευμένοι στον εθνομηδενισμό» !), είχε θέμα της το μονοτονικό σύστημα.
Βέβαια, όταν λέμε παραλήρημα συνήθως εννοούμε ένα κείμενο χωρίς ειρμό και χωρίς συνοχή, με τυχαίες επαναλήψεις αποσπασμάτων κτλ. Τέτοια κουσούρια δεν έχει το άρθρο του κ. Γιανναρά, αλλά πώς αλλιώς από παραληρηματική να χαρακτηρίσει κανείς την πλήρη απώλεια του μέτρου;
Γιατί, τι άλλο από πλήρη απώλεια του μέτρου μαρτυρεί ο εξωφρενικός ισχυρισμός ότι «η επιβολή του μονοτονικού είναι στην ιστορία των Ελλήνων μια καταστροφή, ασύγκριτα ολεθριότερη από τη Μικρασιατική». Προσέξτε, η καθιέρωση (έχουν κι οι ανώδυνες λέξεις τη σημασία τους) του μονοτονικού δεν είναι απλώς μια καταστροφή, δεν είναι απλώς εθνική καταστροφη, δεν είναι απλώς καταστροφή που θα μπορούσε ενδεχομένως, με μια πολύ γενναία δόση ρητορικής αμετροέπειας, να παραβληθεί με τη Μικρασιατική καταστροφή, αλλά είναι, κρατηθείτε, καταστροφή ολεθριότερη από τη Μικρασιατική, και μάλιστα «ασύγκριτα ολεθριότερη» -και μόνο ένας από τους παραπάνω ισχυρισμούς θα αρκούσε για να στοιχειοθετήσουμε απώλεια του μέτρου (αυτής της κατεξοχήν ελληνικής αρετής, νιώθω τον πειρασμό να προσθέσω), όχι ολόκληρη αυτή η αρμαθιά.
Κι εκεί που καταντάει κωμικό το πράγμα, είναι όταν ο κ. Γιανναράς τονίζει ότι αυτόν τον εξωφρενικό ισχυρισμό θα μπορούσε να τον διατυπώσει κανείς όχι υπό το κράτος της συγκίνησης ή υπό την επήρεια ψυχότροπων ουσιών αλλά «πολύ ρεαλιστικά και ψύχραιμα, χωρίς συναισθηματισμούς ή ψυχολογικές εμμονές». Με ανατριχίλα αναλογίζομαι τι είναι σε θέση να γράψει ο κ. Γιανναράς αν τύχει ποτέ και χάσει την ψυχραιμία του: το λιγότερο, να ζητήσει την παραπομπή των Τριάντα προδοτών βουλευτών (βλ. παρακάτω) σε ειδικό δικαστήριο και την εκτέλεσή τους με συνοπτικές διαδικασίες. Έξι πλήρωσαν για τη Μικρασιατική καταστροφή; Τριάντα για τη Μονοτονική, που είναι και «ασύγκριτα ολεθριότερη»!

Δεν είναι μόνο αυτή η διατύπωση που προσβάλλει τη λογική και την καλαισθησία μας -το άρθρο είναι γεμάτο με τέτοιες αμετροεπείς βαναυσότητες όπως «βαρβαρική ολιγόνοια», «ηροστράτειο πραξικόπημα», «γκαγκστερική επιβολή του μονοτονικού», «γλωσσικός αφελληνισμός», για να μην αναφέρουμε και τον τίτλο του άρθρου.
Αλλά ας προσπεράσουμε τις χειροβομβίδες στόμφου και λάμψης και ας δούμε αν και ποια επιχειρήματα προβάλλει ο κ. καθηγητής. Πρώτη ομάδα επιχειρημάτων, ότι η καθιέρωση του μονοτονικού έγινε δήθεν πραξικοπηματικά και αιφνιδιαστικά. Λέει ο κ. Γιανναράς: Η νύχτα της 11.1.1982 μοιάζει να έκρινε αμετάτρεπτα τις προοπτικές του Ελληνισμού: Η Βουλή συζητούσε νομοσχέδιο «περί εγγραφής μαθητών στα λύκεια», όταν, αιφνιδιαστικά, μετά τα μεσάνυχτα, εισάγεται τροπολογία με αντικείμενο την επιβολή του μονοτονικού στην εκπαίδευση. Η τότε αξιωματική αντιπολίτευση (Ν.Δ.) διαμαρτύρεται που ένα «μέγα θέμα» έρχεται για να εγκριθεί ως δευτερεύουσα, ήσσονος σημασίας προσθήκη σε άσχετο νομοσχέδιο, σε μεταμεσονύκτιες ώρες. Και αποχωρεί από την αίθουσα, χωρίς να δώσει έστω την ελάχιστη μάχη «επί της ουσίας». Το μονοτονικό επιβάλλεται με την ψήφο τριάντα παρόντων κυβερνητικών βουλευτών.
Ο κ. Γιανναράς μοιάζει να έχει αντιγράψει ένα αφιέρωμα του γνωστού εθνικιστικού περιοδικού Νέμεσις, όπου παρατίθεται μια αγρίως μαγειρεμένη αφήγηση σχετικά με την ψήφιση του μονοτονικού. Μετρήστε ψέματα, ανακρίβειες και μισές αλήθειες:
* Το μονοτονικό καθιερώθηκε με τροπολογία. Πράγματι, αλλά δυστυχώς αυτή είναι η συνήθης πρακτική στη Βουλή των Ελλήνων εδώ και πολλές δεκαετίες. Μάλιστα, παρ’ όλο που η πρακτική αυτή σήμερα έχει θεωρητικά απαγορευτεί με την αναθεώρηση του Συντάγματος (το άρθρο 74 παρ. 5 ορίζει ότι τροπολογία άσχετη με το κύριο αντικείμενο του νομοσχεδίου ή της πρότασης νόμου δεν εισάγεται προς συζήτηση), στην πράξη ο χορός των άσχετων τροπολογιών καλά κρατεί. Για παράδειγμα, και υπάρχουν εκατοντάδες, η ιδιωτικοποίηση της Ολυμπιακής εισήχθη ως τροπολογία σε νομοσχέδιο με τίτλο «μέτρα ενάντια στη νομιμοποίηση των εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες».
* Η τροπολογία κατατέθηκε μετά τα μεσάνυχτα. Ψέμα, η τροπολογία κατατέθηκε γύρω στις 8 το βράδυ. Συζητήθηκε μετά τα μεσάνυχτα, αφού προηγήθηκε η συζήτηση του νομοσχεδίου.
* Η τροπολογία ψηφίστηκε από τριάντα κυβερνητικούς βουλευτές. Ψέμα τουλάχιστον ενμέρει. Την υπερψήφισαν και οι βουλευτές του ΚΚΕ (η Βουλή του 1981 είχε τρία μόνο κόμματα). Όσο για τον αριθμό των βουλευτών, το ότι ψήφισαν 30 βουλευτές βασίζεται σε μαρτυρία του Παν. Κανελλόπουλου, ο οποίος… απουσίαζε εκείνη τη μέρα.
* Η τροπολογία κατατέθηκε αιφνιδιαστικά. Κι αυτό είναι ψέμα. Ήταν γνωστό και είχε ανακοινωθεί από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο ότι επρόκειτο να έρθει στη Βουλή η καθιέρωση του μονοτονικού. Μάλιστα στις 29 Νοεμβρίου 1981 είχε ανακοινωθεί ότι θα έρθει προς ψήφιση πριν από τα Χριστούγεννα. Ο μόνος αιφνιδιασμός είναι ότι δεν κατατέθηκε πριν από τις γιορτές αλλά αμέσως μετά.
Περισσότερα για το ιστορικό πλαίσιο της ψήφισης του μονοτονικού μπορείτε να διαβάσετε σε παλιότερα άρθρα μου στον παλιό μου ιστότοπο (εισαγωγικό άρθρο, που παραπέμπει στα επόμενα).
Αλλά το θέμα δεν είναι οι ανακρίβειες και τα ψέματα της αφήγησης του κ. Γιανναρά. Αυτά θα μπορούσε να τα παραβλέψει κανείς -εκείνο που ακυρώνει όλη τη φιλολογία περί δράκας επίορκων βουλευτών που αιφνιδιαστικά ψήφισαν κτλ. είναι ότι, όπως πολύ καλά ξέρουν όλοι όσοι ζούσαν τότε αλλά και όποιος σήμερα ξεφυλλίσει εφημερίδες της εποχής, η καθιέρωση του μονοτονικού επιδοκιμάστηκε σχεδόν ομόφωνα. Σχετική πανεπιστημιακή μελέτη της Αντωνίας Φασουλιώτη (περί το 2004), η οποία εξέτασε τα δημοσιεύματα τεσσάρων εφημερίδων επί αρκετές εβδομάδες, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η καθιέρωση του μονοτονικού δεν προκάλεσε κανέναν «ηθικό πανικό», αντίθετα με άλλα γλωσσικά θέματα πολύ μικρότερης σημασίας, που όμως απασχόλησαν πολύ τις εφημερίδες, όπως οι «βούλγαροι του Λεξικού Μπαμπινιώτη» ή το επεισόδιο της «αρωγής και της ευδοκίμησης».
Επίσης, όποιος ξεφυλλίσει τις εφημερίδες της εποχής μπορεί να δει ότι γίνονταν μεταξύ των λογίων διάφορες συζητήσεις για το ποιο ακριβώς σύστημα έπρεπε να  εφαρμοστεί π.χ. αν θα έμπαινε ενωτικό στα εγκλιτικά (π.χ. ο συμμαθητής-μου ήρθε χτες στο σπίτι-μας και μου ζήτησε να του δανείσω το βιβλίο-μου γιατί ξέχασε το δικό-του στο σχολείο). Τελικά, ο αείμνηστος Εμμ. Κριαράς, που ήταν υπέρ του ενωτικού, άλλαξε γνώμη όταν διαπίστωσε ότι η καθιέρωσή του θα γέμιζε την τυπωμένη σελίδα με παύλες (όπως στο φτιαχτό παράδειγμα που παραθέτω) ενώ σε ελάχιστες περιπτώσεις υπάρχει έδαφος για σύγχυση. Αλλά πλατειάζω. Το βασικό είναι ότι το θέμα δεν είχε περάσει καθόλου απαρατήρητο. Άλλωστε, όλα τα σωματεία των εκπαιδευτικών ζητούσαν, από χρόνια, να καθιερωθεί το μονοτονικό -και όλες οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας συμφωνούσαν.
Το άρθρο του κ. Γιανναρά αρχικά αφήνει να εννοηθεί ότι η ΝΔ το 1982 διαφωνούσε και επί της ουσίας με το μονοτονικό. Ο κ. Γιανναράς λογοκρίνει έτσι την τοποθέτηση του Κ. Μητσοτάκη, ο οποίος είχε χαρακτηρίσει το μονοτονικό «μέγα θέμα [εδώ πέφτει το ψαλίδι] το οποίο κατά σύμπτωση δεν μας βρίσκει και αντιθέτους). Βέβαια, στην κατακλείδα του άρθρου του, ο κ. Γιανναράς σχεδόν αυτοαναιρείται, αφού παραδέχεται ότι καμιά αντίδραση της κοινωνίας δεν υπήρξε στο «πραξικόπημα». Αυτό είναι το πρώτο από τα δύο αυτογκόλ του κ. Γιανναρά στο άρθρο.
Ένας άλλος αβάσιμος ισχυρισμός του κ. Γιανναρά, που δείχνει ελάχιστη επαφή με την επιστήμη της γλωσσολογίας, είναι ότι η ελληνική γλώσσα «τα τελευταία δύο χιλιάδες διακόσια χρόνια εξασφαλίζει την ιστορική και λειτουργική της συνέχεια χάρη στην πολυτονική γραφή της«.Εδώ υπάρχει μια αφελής ταύτιση γλώσσας και γραφής. Όμως, αν υπάρχει συνέχεια στη γλώσσα αυτό ασφαλώς δεν είναι θέμα τονικών σημαδιών (που άλλωστε δεν υπήρχαν στην κλασική αρχαιότητα) αλλά λεξιλογίου και σύνταξης.
Βέβαια, εξηγεί ο κ. Γιανναράς: «(δεν υπήρχαν τόνοι στα αρχαία ελληνικά, απλούστατα, επειδή σώζονταν στην προφορική εκφορά τους)». Παρομοίως, υπάρχει ένας μόνο τόνος στα σημερινά ελληνικά, επειδή αυτός μόνο σώζεται στην προφορική εκφορά τους. Εκτός αν ο κ. Γιανναράς πιστεύει ότι κάποιος που γράφει σε πολυτονικό τα νέα ελληνικά τα προφέρει διαφορετικά από τους υπόλοιπους.
Ούτε είναι τίμιος ο υπολογισμός για τα 2.200 χρόνια, αφού τα τονικά σημάδια επινοήθηκαν μεν από τους αλεξανδρινούς γραμματικούς αλλά γενικεύτηκαν πολύ αργότερα, περί τον 9ο αιώνα μ.Χ., μαζί με την καθιέρωση της μικρογράμματης γραφής (περίπου χίλια χρόνια αργότερα!)
Η οποία μικρογράμματη γραφή, να το τονίσουμε αυτό, επιβλήθηκε όχι για την αισθητική της αξία αλλά επειδή, σε σύγκριση με την κεφαλαιογράμματη, έδινε τη δυνατότητα για γρηγορότερο και πυκνότερο γράψιμο, πράγμα που εξοικονομούσε χρόνο και περγαμηνές (το επιχείρημα παρατέθηκε στη σχετική συζήτηση στη Λεξιλογία, από την οποία άντλησα κάποιο υλικό). Ευτυχώς που δεν υπήρχε κανείς βυζαντινός Γιανναράς να τους πει ότι η καθιέρωση της μικρογράμματης γραφής, που διασπά τη συνέχεια της γλώσσας, υπαγορεύεται από λόγους «φτηνιάρικης χρησιμοθηρίας» και «φανερώνει κριτήρια ωμού πρωτογονισμού, βαρβαρικής ολιγόνοιας»!
Αλλά στην κατακλείδα του άρθρου του, ο κ. Γιανναράς πετυχαίνει ένα δεύτερο αυτογκόλ, πολύ πιο θεαματικό από το πρώτο. Συγκεκριμένα, γράφει: Για να κατανοήσει, τώρα πια, ένας Ελλαδίτης τα κείμενα της κλασικής αρχαιότητας ή της «κοινής» ελληνικής (ή τον Παπαδιαμάντη, τον Ροΐδη, το «Τη υπερμάχω»), πρέπει να εισαχθεί εξ υπαρχής στη γραπτή σημαντική μιας άλλης γλωσσικής λογικής (σύνταξης, γραμματικής, ετυμολογίας) – σε μιαν άλλη, ξένη γι’ αυτόν γλώσσα.
Αντιγράφω την καταπελτική απάντηση του φίλου Π2 από τη Λεξιλογία: Παραδόξως, ο Γιανναράς δεν καταλαβαίνει ότι το επιχείρημα αυτό ακυρώνει τον πυρήνα του υποκείμενου ιδεολογήματος το οποίο διαπνέει το κείμενο: εάν το μόνο που συνδέει τη γλώσσα του σημερινού ομιλητή της ελληνικής (τον Ελλαδίτη, όπως τον αποκαλεί με τη συνηθισμένη του δυσκοίλια περιφρόνηση) με την αρχαία γλώσσα είναι τα τονικά σύμβολα που η αρχαία γλώσσα δεν είχε εξαρχής, κι αν χωρίς αυτά τα τονικά σύμβολα διαρρηγνύεται κάθε δεσμός μεταξύ των δύο, τότε πάει περίπατο κι η συνέχεια, πάνε και τα τρεισήμισι χιλιάδες, πάν” και τα δύο χιλιάδες διακόσια, πάνε όλα, ξένη γλώσσα γίνανε, σκόνη και θρύψαλα. Οπότε προς τι ο θρήνος και ο κοπετός;
Κι επειδή επιχειρήματα δεν υπάρχουν, επιστρατεύεται η κινδυνολογία και τα λογικά άλματα. Τριάντα χρόνια τώρα, οι περισσότεροι οπαδοί του πολυτονικού διατείνονται κινδυνολογώντας ότι το μονοτονικό είναι το πρώτο βήμα, ότι επίκειται η πλήρης κατάργηση των τόνων, η υιοθέτηση φωνη(μα)τικής ορθογραφίας, και μετά η υιοθέτηση του λατινικού αλφαβήτου. Όμως, τριάντα χρόνια έχουν περάσει και το αφιλότιμο το μονοτονικό δεν έχει κάνει ρούπι, έχει μείνει σε αυτό το πρώτο βήμα, και οι προφητείες των πολυτονιατών έχουν διαψευστεί πανηγυρικά -διότι βέβαια η χρήση των γκρίκλις στα κινητά τηλέφωνα δεν συνδέεται με την καθιέρωση του μονοτονικού -αν (ο μη γένοιτο) είχαμε διατηρήσει το πολυτονικό, σήμερα θα έγραφαν όλοι με γκρίκλις στο κινητό τους, ενώ τώρα γράφει μόνο μια μερίδα.
Δυστυχώς, ένα τέτοιο λογικό άλμα (και μάλιστα με αξιώσεις ολυμπιακού μεταλλίου) κάνει και ο καλός ποιητής Γιάννης Πατίλης, ένας πολύ αξιόλογος άνθρωπος και οπαδός του πολυτονικού, όταν, στα αποσπάσματα του βιβλίου του που παραθέτει ο Γιανναράς, υποστηρίζει ότι φυσική συνέπεια των αρχών του μονοτονικού είναι να γράφουμε «όλι ι άνθροπι ίνε ίδιι» -τόσο τυφλώνει η εμμονή έναν αξιόλογο πνευματικό άνθρωπο, που δεν τον αφήνει να δει ότι κανείς απολύτως δεν υποστηρίζει την κατάργηση της ιστορικής ορθογραφίας, και επιπλέον ότι ένας από τους λόγους που δεν καθιερώνεται η φωνηματική ορθογραφία είναι, όσο κι αν φαίνεται ειρωνικό, ακριβώς η ευκολία: εκείνοι που θα κληθούν να εφαρμόσουν την ορθογραφική αλλαγή (και μιλάμε για δυο-τρεις γενιές Ελλήνων) δεν έχουν καμιά διάθεση να ξεμάθουν όσα έχουν ήδη μάθει και να βρουν άλλους τρόπους για να ξεχωρίζουν το «παίζεται» από το «παίζετε» και τα λίπη απο τη λύπη που λείπει, χώρια το απερίγραπτο αλαλούμ που θα γίνει με όλο τον όγκο κειμένων που έχουμε με την υπάρχουσα ορθογραφία. Οι τόνοι και τα πνεύματα, επειδή ήταν περιττά, δηλαδή επειδή δεν είχαν καμιά σχέση με την πραγματικότητα μιας γλώσσας που δεν έχει μακρά και βραχέα, ήταν πολύ εύκολο να αποβληθούν.
Κι ένα άλλο κακό που κάνει ο Γιανναράς, ακόμα κι από τον τίτλο του άρθρου του, όπου χρησιμοποιεί τον σταμπαρισμένο όρο «εθνομηδενισμός», που μόνο ακροδεξιοί και καραμπελιάδες καταδέχονται να χρησιμοποιούν, είναι ότι κολλάει σε όλους τους οπαδούς του πολυτονικού τη ρετσινιά του ακροδεξιού. Αλλά οπαδοί του πολυτονικού υπάρχουν σε όλους τους πολιτικούς χώρους, φυσικά και στην Αριστερά, όπως ήταν ο αείμνηστος Άγγελος Ελεφάντης, που βέβαια σε αυτό το θέμα δεν είχε δίκιο, και είμαι βέβαιος ότι αποδοκιμάζουν την έξαλλη ρητορεία του κ. Γιανναρά.
Και για να κλείσουμε από εκεί που αρχίσαμε, θα συμφωνήσω με την εύστοχη πρόταση του Άκη Γαβριηλίδη, ο οποίος, σχολιάζοντας τη σύγκριση της καθιέρωσης του μονοτονικού με τη Μικρασιατική καταστροφή, που έκανε ο κ. Γιανναράς, λέει ότι θα ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να ενεργοποιηθεί ο νέος νόμος που ποινικοποιεί την άρνηση των γενοκτονιών και τον ευτελισμό τους, όσο κι αν δεν συμφωνεί με την ποινικοποίηση. Ούτε κι εγώ συμφωνώ, αλλά εκείνοι που εμπνεύστηκαν τον νόμο, αν είναι συνεπείς με τον εαυτό τους, θα πρέπει πράγματι να κάνουν μήνυση στον κ. Γιανναρά -γιατί, τι άλλο από περιφρόνηση και ευτελισμός των θανάτων, του ξεριζωμού, του απερίγραπτου πόνου όλων των προσφύγων που ξεσπιτώθηκαν, είναι το να θεωρείται μια τονική μεταρρύθμιση «ασύγκριτα ολεθριότερη» από τη Μικρασιατική καταστροφή;
ΥΓ Κι ένα τελευταίο οξύμωρο. Αν είναι τόσο ολέθριο το μονοτονικό, γιατί άραγε ο κ. Γιανναράς δημοσιεύει τα κείμενά του σε αυτό το επάρατο τονικό σύστημα; Δεν εννοώ την εφημερίδα, δέχομαι ότι εκεί δεν μπορεί να επιβάλει τη θέλησή του. Όμως ο κ. Γιανναράς έχει και δικόν του, προσωπικόν ιστότοπο, στον οποίο αναδημοσιεύει τις επιφυλλίδες του και ο οποίος κοσμείται με το όνομά του, γραμμένο σε πολυτονικό, με δυο ευμεγέθεις περισπωμένες. Όμως, ως εκεί. Παρόλο που η σημερινή τεχνολογία προσφέρει τη δυνατότητα για εμφάνιση σελίδων σε πολυτονικό (αν και με κάποια προβλήματα για ορισμένους χρήστες) ο κ. Γιανναράς τα άρθρα του τα αφήνει «ακρωτηριασμένα», μονοτονικά. Προφανώς, το πολυτονικό είναι μόνο προς το θεαθήναι, για γαρνιτούρα, μόνο για τις δυο περισπωμένες της προμετωπίδας.

http://sarantakos.wordpress.com/ 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κυκλοφορεί ο ΚΑΤΟΙΚΟΣ ο κουτσοφλέβαρος...

Κυκλοφορεί ο Χριστουγενιάτικος ΚΑΤΟΙΚΟΣ!

Κυκλοφορεί ηλεκτρονικά ο ΚΑΤΟΙΚΟΣ Νοεμβρίου!