Ούτε Φαρισαίοι ούτε Ζηλωτές...
του Μάριου Μπέγζου
Η Εκκλησία δεν πρέπει να πολιτικολογεί, επειδή πολιτεύεται. Δεν κομματίζεται ούτε ακολουθεί παραταξιακή τοποθέτηση υποστηρίζοντας μια μερίδα. Η Εκκλησία δεν επιτρέπεται να πολιτικολογεί ασύστολα και απερίσκεπτα παίρνοντας θέση σε οποιοδήποτε θέμα της πολιτικής καθημερινότητας. Η Εκκλησία δεν είναι κρατική ούτε κυβερνητική οντότητα, γι΄ αυτό είναι αδιανόητο να αντιπολιτεύεται ή να συμπολιτεύεται σαν τα κόμματα.
Ούτε παίρνει ούτε δίνει «γραμμή» στα μέλη της, αφού η Εκκλησία δεν είναι θρησκευτική συντεχνία, ούτε «χριστιανικό» σωματείο, μήτε θρησκόληπτη σέκτα. Οι δύο ακρότητες του πολιτικού λόγου της Εκκλησίας είναι ο απολιτικός φαρισαϊσμός της αστικής θρησκευτικότητας και ο υπερπολιτικός ζηλωτισμός θρησκόληπτων λαϊκών μαζών.
1. Η απολιτική θεώρηση της Εκκλησίας είναι φαρισαϊκή και υποκριτική. Δεν μπορεί να νίπτει τας χείρας ως άλλος Πόντιος Πιλάτος, όταν το καίριο διακύβευμα της πολιτικής ζωής είναι η ελευθερία και η ανθρωπιά του ανθρώπου. Δημοκρατία είναι το πολίτευμα, όπου το εγώ εντάσσεται στο άλλο του και υποτάσσεται στο όλο της κοινωνίας μας. Αυτή η προτεραιότητα της κοινωνικότητας υπεράνω της ατομικότητας, είτε της μοναδικής ενός ατόμου είτε της συλλογικής κάποιας συντεχνίας, παράταξης ή κόμματος, συνιστά την πεμπτουσία της δημοκρατίας. Η εμβίωση της δημοκρατίας ως συλλογικότητας της ζωής είναι η αποστολή της Εκκλησίας που αυτοσυστήνεται ως «σώμα Χριστού» αποκλείοντας την ιδιώτευση της θρησκευτικότητας.
Η Εκκλησία είναι κοινωνία προσώπων. Η πίστη δεν είναι ιδιωτική υπόθεση, αλλά προσωπική επιλογή με υπερατομική εμβέλεια. «Unus christianus, nullus christianus» («ένας χριστιανός, κανένας χριστιανός») είναι η παράδοση της Εκκλησίας παραπέμποντας στην εγγενή κοινωνικότητά της: «συνόδου όνομα η Εκκλησία». Με αυτήν την εκκλησιολογική βάση μια δικτατορία δεν μπορεί να αφήνει ασυγκίνητη την Εκκλησία και ούτε βέβαια να υποστηρίζεται από χριστιανούς. Η ξενοφοβία και ο ρατσισμός θα έχουν σταθερά απέναντί τους κάθε πιστό άνθρωπο. Η εκμετάλλευση ανθρώπου από άν
θρωπο θα καταπολεμάται έμπρακτα και θα καταγγέλλεται συνεχώς από την Εκκλησία.
2. Η υπερπολιτική θεώρηση της Εκκλησίας είναι φανατική, φονταμενταλιστική και ζηλωτική. Το εντελώς αντίθετο άκρο του πολιτικού φαρισαϊσμού είναι ο φανατισμός των θερμοκέφαλων υπερεπαναστατών της εποχής της Καινής Διαθήκης, των Ζηλωτών, στους κύκλους των οποίων φέρεται ότι ανήκε ο Ιούδας, που επιδείκνυαν ανυπακοή στην ισχύουσα τότε πολιτική τάξη πραγμάτων προκαλώντας αιμοσταγείς και θνησιγενείς εξεγέρσεις κατά της ρωμαϊκής «πλανηταρχίας». Ζηλωτικά φαινόμενα στην ορθόδοξη Εκκλησία δεν λείπουν. Από το σχίσμα των παλαιοημερολογητών μέχρι τις ακρότητες των εσφιγμενιτών αγιορειτών μοναχών και από τον αλήστου μνήμης ελληνοχριστιανισμό της εμφυλιοπολεμικής εποχής ως το διαβόητο «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών» της απριλιανής δικτατορίας εκτείνεται το φάσμα του εγχώριου φανατισμού. Η μεταπολεμική χριστιανοδημοκρατία της αλλοδαπής και τα ελληνορθόδοξα κόμματα της ημεδαπής ενσαρκώνουν ευσεβείς πόθους ζηλωτικών τάσεων. Πρόσφατα κρούσματα φονταμενταλισμού είναι οι κραυγές κατά του 666 ως σημείου του Αντιχρίστου στην κάρτα του πολίτη και οι ιαχές κατά της παγκοσμιοποίησης με τη δήθεν επιβολή μιας υπερθρησκείας. Εύλογα αναρωτιέται κάθε εχέφρων συμπολίτης μας γιατί άραγε είναι δήθεν αντιχριστιανικό το ηλεκτρονικό φακέλωμα σήμερα, ενώ πιστεύεται ως χριστιανικό ή τάχα ουδέτερο το έντυπο φακέλωμα των πολιτών επί δεκαετίες. Η συνωμοσιολογία των συγχρόνων ζηλωτών προϋποθέτει συλλογική παράνοια και συνεπάγεται μαζική παράκρουση.
Πέρα από τη Σκύλλα του υποκριτικού φαρισαϊσμού και τη Χάρυβδη του υπερκριτικού ζηλωτισμού λειτουργεί η αυθεντική κοινωνικότητα της Εκκλησίας, η οποία γνωρίζει να πολιτεύεται χωρίς να πολιτικολογεί, αφού η Εκκλησία είναι μέλος και μέρος της κοινωνίας, «σαρξ εκ της σαρκός» της πολιτικής. Η Εκκλησία δεν είναι «εκ του κόσμου τούτου», αλλά είναι «εν τω κόσμω». Η κρίσιμη διαφορά που κάνει την Εκκλησία να είναι όντως «σώμα Χριστού» και όχι σωματείο χριστιανών είναι αυτή η λεπτή γραμμή που χωρίζει το «εν» από το «εκ» του κόσμου.
Ο κ. Μάριος Μπέγζος είναι καθηγητής Συγκριτικής Φιλοσοφίας της Θρησκείας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
ΠΗΓΗ: εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ
Η Εκκλησία δεν πρέπει να πολιτικολογεί, επειδή πολιτεύεται. Δεν κομματίζεται ούτε ακολουθεί παραταξιακή τοποθέτηση υποστηρίζοντας μια μερίδα. Η Εκκλησία δεν επιτρέπεται να πολιτικολογεί ασύστολα και απερίσκεπτα παίρνοντας θέση σε οποιοδήποτε θέμα της πολιτικής καθημερινότητας. Η Εκκλησία δεν είναι κρατική ούτε κυβερνητική οντότητα, γι΄ αυτό είναι αδιανόητο να αντιπολιτεύεται ή να συμπολιτεύεται σαν τα κόμματα.
Ούτε παίρνει ούτε δίνει «γραμμή» στα μέλη της, αφού η Εκκλησία δεν είναι θρησκευτική συντεχνία, ούτε «χριστιανικό» σωματείο, μήτε θρησκόληπτη σέκτα. Οι δύο ακρότητες του πολιτικού λόγου της Εκκλησίας είναι ο απολιτικός φαρισαϊσμός της αστικής θρησκευτικότητας και ο υπερπολιτικός ζηλωτισμός θρησκόληπτων λαϊκών μαζών.
1. Η απολιτική θεώρηση της Εκκλησίας είναι φαρισαϊκή και υποκριτική. Δεν μπορεί να νίπτει τας χείρας ως άλλος Πόντιος Πιλάτος, όταν το καίριο διακύβευμα της πολιτικής ζωής είναι η ελευθερία και η ανθρωπιά του ανθρώπου. Δημοκρατία είναι το πολίτευμα, όπου το εγώ εντάσσεται στο άλλο του και υποτάσσεται στο όλο της κοινωνίας μας. Αυτή η προτεραιότητα της κοινωνικότητας υπεράνω της ατομικότητας, είτε της μοναδικής ενός ατόμου είτε της συλλογικής κάποιας συντεχνίας, παράταξης ή κόμματος, συνιστά την πεμπτουσία της δημοκρατίας. Η εμβίωση της δημοκρατίας ως συλλογικότητας της ζωής είναι η αποστολή της Εκκλησίας που αυτοσυστήνεται ως «σώμα Χριστού» αποκλείοντας την ιδιώτευση της θρησκευτικότητας.
Η Εκκλησία είναι κοινωνία προσώπων. Η πίστη δεν είναι ιδιωτική υπόθεση, αλλά προσωπική επιλογή με υπερατομική εμβέλεια. «Unus christianus, nullus christianus» («ένας χριστιανός, κανένας χριστιανός») είναι η παράδοση της Εκκλησίας παραπέμποντας στην εγγενή κοινωνικότητά της: «συνόδου όνομα η Εκκλησία». Με αυτήν την εκκλησιολογική βάση μια δικτατορία δεν μπορεί να αφήνει ασυγκίνητη την Εκκλησία και ούτε βέβαια να υποστηρίζεται από χριστιανούς. Η ξενοφοβία και ο ρατσισμός θα έχουν σταθερά απέναντί τους κάθε πιστό άνθρωπο. Η εκμετάλλευση ανθρώπου από άν
θρωπο θα καταπολεμάται έμπρακτα και θα καταγγέλλεται συνεχώς από την Εκκλησία.
2. Η υπερπολιτική θεώρηση της Εκκλησίας είναι φανατική, φονταμενταλιστική και ζηλωτική. Το εντελώς αντίθετο άκρο του πολιτικού φαρισαϊσμού είναι ο φανατισμός των θερμοκέφαλων υπερεπαναστατών της εποχής της Καινής Διαθήκης, των Ζηλωτών, στους κύκλους των οποίων φέρεται ότι ανήκε ο Ιούδας, που επιδείκνυαν ανυπακοή στην ισχύουσα τότε πολιτική τάξη πραγμάτων προκαλώντας αιμοσταγείς και θνησιγενείς εξεγέρσεις κατά της ρωμαϊκής «πλανηταρχίας». Ζηλωτικά φαινόμενα στην ορθόδοξη Εκκλησία δεν λείπουν. Από το σχίσμα των παλαιοημερολογητών μέχρι τις ακρότητες των εσφιγμενιτών αγιορειτών μοναχών και από τον αλήστου μνήμης ελληνοχριστιανισμό της εμφυλιοπολεμικής εποχής ως το διαβόητο «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών» της απριλιανής δικτατορίας εκτείνεται το φάσμα του εγχώριου φανατισμού. Η μεταπολεμική χριστιανοδημοκρατία της αλλοδαπής και τα ελληνορθόδοξα κόμματα της ημεδαπής ενσαρκώνουν ευσεβείς πόθους ζηλωτικών τάσεων. Πρόσφατα κρούσματα φονταμενταλισμού είναι οι κραυγές κατά του 666 ως σημείου του Αντιχρίστου στην κάρτα του πολίτη και οι ιαχές κατά της παγκοσμιοποίησης με τη δήθεν επιβολή μιας υπερθρησκείας. Εύλογα αναρωτιέται κάθε εχέφρων συμπολίτης μας γιατί άραγε είναι δήθεν αντιχριστιανικό το ηλεκτρονικό φακέλωμα σήμερα, ενώ πιστεύεται ως χριστιανικό ή τάχα ουδέτερο το έντυπο φακέλωμα των πολιτών επί δεκαετίες. Η συνωμοσιολογία των συγχρόνων ζηλωτών προϋποθέτει συλλογική παράνοια και συνεπάγεται μαζική παράκρουση.
Πέρα από τη Σκύλλα του υποκριτικού φαρισαϊσμού και τη Χάρυβδη του υπερκριτικού ζηλωτισμού λειτουργεί η αυθεντική κοινωνικότητα της Εκκλησίας, η οποία γνωρίζει να πολιτεύεται χωρίς να πολιτικολογεί, αφού η Εκκλησία είναι μέλος και μέρος της κοινωνίας, «σαρξ εκ της σαρκός» της πολιτικής. Η Εκκλησία δεν είναι «εκ του κόσμου τούτου», αλλά είναι «εν τω κόσμω». Η κρίσιμη διαφορά που κάνει την Εκκλησία να είναι όντως «σώμα Χριστού» και όχι σωματείο χριστιανών είναι αυτή η λεπτή γραμμή που χωρίζει το «εν» από το «εκ» του κόσμου.
Ο κ. Μάριος Μπέγζος είναι καθηγητής Συγκριτικής Φιλοσοφίας της Θρησκείας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
ΠΗΓΗ: εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ
Σχόλια