Τι δηµοκρατία έχουµε; Καθηγητές πανεπιστηµίου, συγγραφείς και δηµοσιογράφοι δίνουν απαντήσεις
Μετά την «κρίση της Νοµικής», τον ρόλο που έπαιξαν οι πρυτανικές αρχές και οι καθηγητές, τα κόµµατα, οι µηχανισµοί διαφύλαξης της τάξης, η σιωπηρή πλειοψηφία, οι πολιτικές µειονότητες και τα ΜΜΕ, το ερώτηµα γίνεται όλο και πιο επίκαιρο:
Κάθε προσπάθεια ένταξης, διαλόγου περί ρατσισµού,ανθρωπισµού, νοµοθεσίας και πρακτικής αντιµετώπισης έχειακυρωθεί από τις ακρότητες.
∆ικαίωµα να καίµε ανθρώπους
ΤΟΥ ΘΑΝΑΣΗ ΧΕΙΜΩΝΑ
Κατ’ αρχάς έχουµε δικαίωµα να λέµε ό,τι θέλουµε. Να αποκαλούµε δηµοσίως κάποιον προδότη, κλέφτη, παιδεραστή. Επίσης, µπορούµε, αν γουστάρουµε, και να τον στοχοποιούµε. Να γράφουµε το όνοµά του σε αφίσες στο κέντρο της πρωτεύουσας ή να αναρτούµε τη µάπα του στο Ιντερνετ ή σε εφηµερίδες λέγοντας: «Αυτός είναι. Βρείτε τον». Εχουµε δικαίωµα να ψηφίζουµε και να βάζουµε σε δηµοτικά συµβούλια (και αύριο και στη Βουλή) άτοµα που χαιρετούν ναζιστικά. Εχουµε δικαίωµα να δέρνουµε ή ακόµη και να καίµε ανθρώπους ζωντανούς. Γιατί είµαστε ο λαός. Ο κυρίαρχος ελληνικός λαός…
Συγγραφέας
Συµβιβασµός
ΤΟΥ ΚΙΜΩΝΑ ΧΑΤΖΗΜΠΙΡΟΥ
Καθηγητής ΕΜΠ
Οργάνωση και κανόνες
ΤΟΥ ΛΟΥΚΑ ΤΣΟΥΚΑΛΗ
Καθηγητής στη Νοµική, πρόεδρος ΕΛΙΑΜΕΠ
∆ιεκδικώντας τα αυτονόητα
ΚΩΣΤΑ ΜΠΟΤΟΠΟΥΛΟΥ
Εχουµε µια δηµοκρατία που, πάλι στα χαρτιά, προνοεί για τις µειονότητες και τους παρέχει ασφαλιστικές δικλίδες, ευνοϊκές εξαιρέσεις και δικαιώµατα, µόνο που όλα αυτά, στη νπράξη, υπόκεινται στην ασφυκτική καχυποψία του κράτους, του πολιτικού συστήµατος και της κοινωνίας. Χαρακτηριστικά παραδείγµατα η κυριαρχία µιας εντελώς πλειοψηφικής εκδοχής του κοινοβουλευτισµού και η πολύ περιορισµένη κοινωνική ένταξη των µεταναστών.
Εχουµε µια δηµοκρατία στην οποία κυριαρχεί η σύγχυση µεταξύ «δηµόσιου» και «ιδιωτικού», «νόµιµου» και «ηθικού», µε αποτέλεσµα η ηθικολογία να παίρνει τη θέση του κράτους δικαίου και να το αποδυναµώνει. Κρίσιµα πεδία εδώ η διαιώνιση της διαφθοράς, η αποτυχία κάθε είδους «αυτο-κάθαρσης», η ανυπαρξία πολιτικής διαλεύκανσης σκανδαλωδών υποθέσεων.
Εχουµε µια δηµοκρατία στην οποία τα κόµµατα και οι οµάδες συµφερόντων έχουν αντιστρόφως ανάλογη δύναµη από την πραγµατική επιρροή τους, ενώ η «κοινωνία των πολιτών» παραµένει ασθενής, γιατί είναι υποταγµένη στη λογική της εξουσίας. ∆εν χρειάζεται να ψάξουµε µακρύτερα από τη διαρκή αναβολή των «αυτονόητων» µεταρρυθµίσεων και την «ανακούφιση» της πολιτικής και κοινωνικής ελίτ όταν αυτές επιβλήθηκαν βίαια και έξωθεν.
Συνταγµατολόγος, πρώην ευρωβουλευτής
Νοσταλγοί της χούντας
ΤΗΣ ΑΝΝΑΣ ∆ΑΜΙΑΝΙ∆Η
Την αυγή µε τις καλές ειδήσεις, σε παραίσθηση αϋπνίας, ένιωσασα να ήµουν η µάνα µου περιµένοντας να µάθω αν βγήκαν από το Πολυτεχνείο επί χούντας. Επιδίωξη όσων είχαν την ιδέα του εγκλεισµού δεν ήταν να ζήσουν Κάιρο και Τύνιδα. Ηθελαν να ζήσουν χούντα. Ασυνείδητα, επειδή τότε ήταν εποχή µεγάλων συγκρούσεων, φάση αγώνων. Ετσι νοµίζουν.
Το άσυλο επί χούντας είχε νόηµα. Η καταπίεση δεν ήταν οµοιόµορφη, υπήρχαν περιοχές πιο χαλαρές.Εξάλλου, οι εξεγέρσεις έγιναν όταν δοκίµαζε η χούντα να δώσει ελευθερίες. Το άσυλο τότε προστάτευε ζωές και σωµατικές ακεραιότητες. Το να καταλυθεί, όπως καταλύθηκε το 1973, είχε κόστος και για τη χούντα όπως αποδείχτηκε. Αυτή τη φορά χούντα θα ήµασταν οι έλληνες πολίτες που θα επιτρέπαµε να γίνει ντου στηΝοµική. Κοντέψαµε. Μας γλίτωσε η ψυχραιµία ορισµένων ανθρώπων. ∆εν ξέρω ποιοι είναι. Τους βγάζω το καπέλο. ∆εν άφησαν να γίνει η ηρωική έξοδος, ούτε τίποτε άλλο ηρωικό.
Τα «παιδιά» µπορούν να συνεχίσουν να ονειρεύονται, έφτασαν πολύ κοντά στον στόχο. Πώς να διεκδικήσουν τώρα άσυλο οι Αφγανοί µε τα ραµµένα στόµατα, πώς να ξαναβρούµε την καθηµερινότητα της αλληλεγγύης; Πώς να κουβεντιάσουµε για τις νοµιµοποιήσεις, τον Αγιο Παντελεήµονα, την ξενοφοβία, τη µισαλλοδοξία; Κάθε προσπάθεια ένταξης, διαλόγου περί ρατσισµού, ανθρωπισµού, νοµοθεσίας και πρακτικής αντιµετώπισης έχει ακυρωθεί από τις ακρότητες.
Σχολιογράφος στα «ΝΕΑ»
Καθήκον και ευθύνη
ΤΗΣ ΒΑΣΩΣ ΚΙΝΤΗ
Οι µετανάστες της Νοµικής ορθώς διεκδίκησαν την προβολή που φέρνει µια θεαµατική ενέργεια για να φέρουν στο προσκήνιο τα προβλήµατά τους που πολλαπλασιάζονται από µια στρουθοκαµηλική και άτσαλη πολιτική του ελληνικού κράτους για το µεταναστευτικό. Οµως, οι υπεύθυνοι στην κυβέρνηση, στη δικαιοσύνη, στα κόµµατα, στις πρυτανικές αρχές, γιατί δεν κάνουν εγκαίρως ο καθένας, στον τοµέα του, το καθήκον του; Γιατί αποποιούνται τις ευθύνες που απορρέουν από τον ρόλο τους και κρύβονται πίσω από τις ευθύνες άλλων;
Καθηγήτρια, Πανεπιστήµιο Αθηνών
Ασκηση υποκριτικής
ΤΟΥ ΤΑΚΗ ΘΕΟ∆ΩΡΟΠΟΥΛΟΥ
Υπάρχουν όµως ορισµένες βασικές διαφορές. Οι πρωταγωνιστές, οι δυόµισι πολιτικές δυναστείες, δεν δείχνουν να αντιλαµβάνονται ότι η µοίρα τους έχει συντελεσθεί. Οι από µηχανής θεοί αποδεικνύονται κατώτεροι των περιστάσεων και ο χορός, εµείς δηλαδή, παρακολουθούµε άφωνοι – γιατί και οι κραυγές µας την αφωνία µας δηλώνουν – τις πέτρες που γκρεµίζονται στα κεφάλια µας. Το έργο είναι κακοπαιγµένο και ο δραµατουργός ατάλαντος.
Επειδή όµως η τραγωδία ενέχει και κάποιου είδους µεγαλείο αυτό που ζούµε θυµίζει περισσότερο την ιθυφαλλική µικρότητα της κωµωδίας. ∆ιάφορα ανθρωπάκια συγκρούονται επί σκηνής προσπαθώντας να πείσουν εαυτούς και αλλήλους ότι το µέγεθός τους δεν είναι τόσο µικρό όσο φαίνεται. Γκρεµίζονται στην πρώτη λακκούβα και, δόξα τω Θεώ, από λακκούβες άλλο τίποτε. Κι εµείς γελάµε για να µην κλάψουµε.
Συµπέρασµα: η δηµοκρατία, όπως κάθε ανθρώπινη δραµατουργία, για να σταθεί στα πόδια της απαιτεί κάποια κεντρική ιδέα. Αλλοι τη λένε πολιτικό όραµα, άλλοι απλώς αυτοσυνειδησία. Αλλιώς δεν είναι τίποτε άλλο από άσκηση υποκριτικής που δοκιµάζει τα νεύρα και καταπονεί τη φαιά ουσία.
Συγγραφέας, πρόεδρος ΕΚΕΒΙ
Ξεκάθαρους ρόλους
ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΜΟ∆ΙΝΟΥ
Κυρίως όµως, ουδείς µπορεί να ονοµάσει δηµοκρατία την αιφνίδια ανακάλυψη/ενοχοποίηση του Αλλου. Βασίσαµε την πρόσφατη αναπτυξιακή µας φούσκα στο φθηνό ξένο εργατικό δυναµικό. Αποποιηθήκαµε την όποια χειρωνακτική εργασία υπέρ µιας επίφασης εσαεί µόρφωσης.Τώρα αποστρέφουµετους οφθαλµούς εγκαθιδρύοντας ως ισότιµο συνοµιλητή το αυγό του φιδιού. Κι όλα τούτα υπό το βλέµµα µιας κυβέρνησης που παρακολουθεί µε ενδιαφέρον τα τεκταινόµενα, πανεπιστηµιακών αρχών που νίπτουν τας χείρας τους, πολιτικών που περί άλλα τυρβάζουν.
Η δηµοκρατία απαιτεί µεταξύ άλλων ξεκάθαρους ρόλους. Φοβάµαι πως κανείς πια δεν παίζει τον ρόλο που προγραµµατικά έχει διεκδικήσει. Ισως το τιµιότερο θα ήταν να πούµε στους µετανάστες ότι κάποιο λάθος έκαναν πιστεύοντας ότι έχουν οριστικά διαφύγει από τον Σαντάµ ή τους Ταλιµπάν. Στις χώρες τους, τουλάχιστον η δηµοκρατία δεν είναι κληρονοµική. Περιβαλλοντολόγος - συγγραφέας
Συµβόλαιο υποκρισίας
ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ΜΑΡΚΑΡΗ
Υποκριθήκαµε για χρόνια τη – δανεική – ευηµερία. Τώρα που αυτό το παραµύθι µας τελείωσε, υποκρινόµαστε τη ∆ικαιοσύνη µε Εξεταστικές Επιτροπές για εγκλήµατα που παραγράφηκαν. Από τη µεταπολίτευση ώς τώρα υποκρινόµαστε ότι υπερασπιζόµαστε ένα πανεπιστηµιακό άσυλο, που δεν έχει όµοιό του σε καµιά χώρα, και το οποίο χρησιµεύει εν πολλοίς ως πεδίο για παντός είδους ανίερες συναλλαγές. Υποκρινόµαστε ότι κάνουµε αντίσταση µε το να µην τηρούµε τους νόµους, επειδή έτσι µας βολεύει.
Υποκρινόµαστε ότι κοπτόµαστε για τους µετανάστες, όταν η χώρα µετατρέπεται σε ξέφραγο αµπέλι. Και υποκρινόµαστε ότι θα τη θωρακίσουµε µε ένα φύλλο συκής µήκους δωδεκάµισι χιλιοµέτρων.
Ας µην αναρωτιόµαστε, λοιπόν, για το είδος δηµοκρατίας που έχουµε. Ας αναρωτηθούµε καλύτερα, αν µας συµφέρει όλους εµάς, το πολιτικό σύστηµα, τους φορείς και τους απλούς πολίτες, να υποσκάπτουµε τα θεµέλια της θεσµικής δηµοκρατίας, για να τη µετατρέψουµε σε ζούγκλα.
αναδημοσίευση απο: εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ
Σχόλια