Η διαμάχη γύρω από το ηφαίστειο...
ΤΟΥ ΠΑΝΟΥ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗ
Οταν ακούγεται τρίξιμο, στεναγμός βράχων και άφεσις τοξικών αερίων από την «Τρύπα του Μπατακτσή» στο παραμυθένιο νησί της Γκραίκας, οι κάτοικοι σταματούν τις συνήθεις ασχολίες τους και αρχίζουν τις μαγικές τελετές. Κάθε φορά τα ίδια, ώσπου αυτήν την φορά σοβάρεψαν τα πράματα. Από την «Τρύπα του Μπατακτσή» άρχισε να αναδύεται καπνός, λευκός σαν τη ρίγα του ασβού, και πέφτουν πέτρες από τον ουρανό. Ακόμη ελαφρόπετρες. Αυτοί που δανείζουν αμέτρητα έτη το λαό των Γκραίκων έφεραν καράβια να γίνει εκκένωση, όπως έχουν μάθει επί αιώνες, αλλά οι Γκραίκοι δεν είναι πρόθυμοι. Ο λόγος είναι σοβαρός και απλός. Εφεραν ως σωστικά μέσα γαλέρες, κάτεργα χωρίς κατεργάρηδες, χωρίς κωπηλάτες. Καλώντας τους Γκραίκους να τραβήξουνε αυτοί το κουπί της σωτηρίας τους. Εως εδώ είναι το σενάριο των Δανειστών. Επειδή οι έμπειροι σε βουλιάγματα Γκραίκοι έκαναν μια βόλτα γύρω στις γαλέρες με το μπαρκομπέστια του καπετάν Φαράση και τρόμαξαν βλέποντας ότι στα κάτεργα υπήρχαν σάπια σανίδια, δεν υπήρχε ίχνος πίσσας και τα πλεούμενα έμπαζαν από παντού. Ετσι και ανέβαιναν οι Γκραίκοι ως κωπηλάτες, ώσπου τα καράβια να μαϊνάρουν στο απέναντι νησάκι με τους υφάλους, που το έλεγαν «Πολλές τράπεζες», θα βουλιάζανε αμέσως. Επομένως οι Δανειστές δεν ήθελαν ή δεν μπορούσαν να τους γλιτώσουν.
Μια άλλη, εκσυγχρονιστική εκδοχή, κυκλοφορούσε στον Τύπο και στα διάφορα καφενεία. Αυτοί λέγαν ότι το ηφαίστειο του Μπατακτσή ήταν σβησμένο από την εποχή των χρόνων του Ναπολέοντος Βοναπάρτη και πως όλα τα έπλαθαν οι ξένοι, που δε μας δάνειζαν επειδή μας ζήλευαν. Εξ αυτού προέκυψε η παροιμία «πάρτι με τον Βοναπάρτη» και οι παρτάκηδες έκαναν πως δε βλέπουν τίποτε, τους έπεφταν πέτρες στο καπό και έλεγαν πως φταίνε οι μπαχαλάκηδες.
Σβησμένο ή αναμμένο, έπρεπε κάπως να ομονοήσουνε. Η μόνη λύση που φαινόταν πιο απειλητική και από την καταστροφή, αλλά ήταν αποτελεσματική, έστω και με λίγες πιθανότητες επιβίωσης, ήταν να ανέβουν οι Γκραίκοι σε τρίφυλλες ντουλάπες, φουσκωτά, πόρτες με καρίνα, κορμούς δέντρων και σπιτάκια από σκυλάκια, κρατώντας στα χέρια σανίδες και φουρνόξυλα και να φύγουν από το νησί. Αλλοι θα σκιάζονταν και θα επέστρεφαν, αλλά τους περισσότερους θα τους μάζευαν πονετικοί έμποροι από το υπόλοιπο αρχιπέλαγος. Αλλοι θα μάθαιναν την ψαρευτική στο Μαρόκο και άλλοι θα γιάτρευαν κόσμο στην Ανζάκα. Αλλοι θα μοιράζονταν το κασκαβάλι εις τας νήσους των Μπαλκάνων και άλλοι θα πούλαγαν καλές ιδέες σε εξωτικά σταυροδρόμια. Αυτή φαινόταν μια λύση που ήταν με καρμπόν όποτε οι Δανειστές έφερναν τα σαπιοκάραβα σε λιμάνια που σείονταν από τριγμούς. Αλλά στην Γκραικία, ενώ όλοι καταλάβαιναν πως το κολύμπι στα βαθιά τους απόμενε πλέον, οι αρχηγοί τους σκόπευαν να κάνουν εκλογές για να αποφασίσουν όχι αν υπάρχει ηφαίστειο ή αν οι γαλέρες δεν έχουν άδεια από το λιμεναρχείο, αλλά ποιος θα γινόταν ο πρώτος κολυμβητής της νέας χώρας.
Στο τέλος, αποφάσισαν ότι κατοικούν όλοι μαζί τη νήσο Παραγκραικία, επομένως δεν υπήρχε λόγος να φοβούνται ηφαίστεια και ταξίδια, επειδή η νήσος ήταν άλλη και δεν έτρεχε τίποτε.
www.agelioforos.gr
Σχόλια