Οι Καλλονιάτες της Αθήνας...
του Δημήτρη Σαραντάκου
Πριν από δέκα ακριβώς χρόνια, συγκεκριμένα στις 22 Νοεμβρίου 2001, δημοσιεύθηκε σ΄ αυτή τη στήλη σημείωμά μου με τον τίτλο «Κάντε παρέες – έρχονται δύσκολες μέρες», στο οποίο μεταξύ άλλων υποστήριζα πως οι παρέες μας βοηθούν να αντισταθούμε στην ισοπέδωση που μας απειλεί και να μη μετατραπούμε σε αποχαυνωμένους καταναλωτές. Το πρώτο βήμα σ΄αυτή την αντίσταση είναι να κρατήσουμε τις παρέες μας ή να κάνουμε καινούργιες. Όπως ξανάγραψα, οι εξουσιαστές μισούν την παρέα, γιατί παρέα σημαίνει συζήτηση και η συζήτηση προβληματίζει και ακονίζει το μυαλό κι αυτό δεν το θέλουν.
Όπως γράφει ο Ασημάκης Πανσέληνος στο θαυμάσιο βιβλίο του “Tότε που ζούσαμε”, η παρέα είναι η πιο ριζωμένη, η πιο μακρόβια και η πιο δημοκρατική μορφή άτυπης ένωσης ανθρώπων. Υφίσταται από τότε που οι άνθρωποι δημιούργησαν τις πρώτες πόλεις. Πολλές παρέες κρατάν ολόκληρη ζωή και τέλος στην παρέα μετέχεις αυτοβούλως, δε σε υποχρεώνει κανένας. Πας γιατί γουστάρεις τους φίλους σου, με τους οποίους συζητάς, καλαμπουρίζεις και καυγαδίζεις καμιά φορά. Στην παρέα δεν υπάρχει αρχηγός αλλά καμιά φορά ο ζωηρότερος γίνεται πρώτος μεταξύ ίσων.
Βασικό στοιχείο της παρέας είναι η κουβέντα. Παρέα με αμίλητους ανθρώπους δε γίνεται. Στη συζήτηση δεν είναι καθόλου απαραίτητο να υπάρχει ομοφωνία, το αντίθετο μάλιστα. Οι διαφωνίες τρέφουν την κουβέντα ακόμα και αν καταλήγουν σε καυγά. Είναι κι αυτός, ο καυγάς, μέσα στη λογική της παρέας.
Μια τέτοια παρέα, που λειτουργεί πάνω από δεκαπέντε χρόνια είναι οι λεγόμενοι «Καλλονιάτες», οι οποίοι κάθε δεύτερο Σάββατο μεσημέρι, μαζεύονται στο φιλόξενο και άνετο εντευκτήριο του Συλλόγου Καλλονιατών, σε μια πάροδο της λεωφόρου Συγγρού. Στην πραγματικότητα ο μοναδικός γνήσιος Καλλονιάτης είναι ο αγαπητός Χρήστος Τραγέλλης, που είναι και η ψυχή των συνάξεών μας και φορτώνεται τον κόπο να μοιράσει ακριβοδίκαια τα εδέσματα που κουβαλάμε από τα σπίτια μας. Χωρίς τον Χρήστο και την προσφορά του η παρέα των «Καλλονιατών» δε θα υφίστατο.
Στις συνάξεις των «Καλλονιατών» επικρατεί γενικώς ευτράπελο πνεύμα. Με σιωπηρή συμφωνία δεν κουβεντιάζουμε ποτέ για οικονομικά θέματα, για το ποδόσφαιρο, για την τηλεόραση και για την κοσμική κίνηση. Η θεματολογία των συζητήσεων είναι πολύ μεγάλη, αλλά εντοπίζεται κυρίως σε πνευματικά θέματα. Έτσι πρέπει να ήταν τα Συμπόσια των Αρχαίων. Πάντως και οι συζητήσεις, ακόμη και για ενδιαφέροντα ζητήματα, δεν κρατάνε πολύ. Συνήθως διακόπτονται από λογοπαίγνια, πειράγματα, καμιά φορά από απαγγελίες, για να καταλήξουν στο τραγούδι.
Ευτυχώς ανάμεσα στους συνδαιτυμόνες υπάρχουν πολλοί καλλίφωνοι. Τις καλύτερες φωνές διαθέτουν ο Λιάκος Παπαδόπουλος, ο Πάνος Κοντέλλης και ο Μιχάλης Λιαρούτσος. που δεν είναι ούτε Καλλονιάτης, ούτε Λέσβιος παρά Τηνιακός, επαξίως όμως μπορεί να θεωρηθεί Μυτιληνιός, όχι μόνο γιατί έχει παντρευτεί την Ελευθερία, μια εξαιρετική Μυτιληνιά (και σύμφωνα με το λεσβιακό θέσπισμα: Απού που ήσι; – Απ΄του χουργιό τς ιγιναίκας ιμ), αλλά και γιατί έχυσε το αίμα του στο νησί. Ομοίως δεν είναι Μυτιληνιά και η ποιήτρια Αγγελική Καπετανάκη, που με την ενεργή συμμετοχή της στην προετοιμασία των «συμποσίων», συντελεί αποφασιστικά στην επιτυχία τους.
Στους «Καλλονιάτες» συγκαταλέγονται κυρίως λόγιοι (λογοτέχναι ποιηταί και άλλα ύποπτα στοιχεία – όπως έγραφε στην αναφορά του εκείνος ο γραφικός χωροφύλαξ). Ο Πάνος Κοντέλλης, σεναριογράφος πολλών αξέχαστων ταινιών, που όταν μερακλωθεί θυμάται τραγούδια από παλιές επιθεωρήσεις, ο Γιάννης Χατζηβασιλείου, εκπαιδευτικός, που εκδίδει το αξιόλογο περιοδικό «Αγιάσσος», ο ευαίσθητος ποιητής Δημήτρης Νικορέντζος, ο Τάκης Ιορδάνης, ο Γιώργος Τσαλίκης, ο υπογράφων και άλλοι, ενώ τις συνάξεις τους στολίζουν με την παρουσία τους και πολλές γυναίκες. Εκτός από την κα η Καπετανάκη, που προαναφέρω, έρχονται η Παρίτσα Χωριανοπούλου – Πολυχρονιάδου, η Βαγγελίτσα Αποστόλου-Παναγιώτου, η Ελευθερία Γανίτη. Τέλος αραιές, πλην σημαντικές παρουσίες είναι του καθηγητή του ΕΜΠ Δημήτρη Νιάνια και άλλων εκπροσώπων της Λεσβιακής διανόησης.
Από το προσκλητήριο αυτό λείπουν, ο Θανάσης Τσερνόγλου, ο Θανάσης Πολυχρονιάδης, ο Νίκος Γανίτης και ο Μπάμπης Αναγνώστου. Βλέπετε έχουμε οι περισσότεροι κάμψει τον Μαλέα των εξήντα και πολλές φορές όταν έρχεται η κουβέντα και διαπιστώνω πόσοι φίλοι και γνωστοί λείπουν, μου έρχονται στο νου οι στίχοι του Καβάφη, από το ποίημα «τα κεριά»
………………………….
μια θλιβερή σειρά κεριά σβησμένα
τα πιο κοντά βγάζουν καπνόν ακόμα
κατάμαυρα κεριά, κυρτά, λειωμένα,
δε θέλω να τα βλέπω, με λυπεί η μορφή των
και με λυπεί το πρώτο φως των να θυμάμαι….
τα πιο κοντά βγάζουν καπνόν ακόμα
κατάμαυρα κεριά, κυρτά, λειωμένα,
δε θέλω να τα βλέπω, με λυπεί η μορφή των
και με λυπεί το πρώτο φως των να θυμάμαι….
………………………….
Το σημείωμα αυτό το έγραψα, μεταξύ άλλων και σαν ερέθισμα προς τους λοιπούς «Καλλονιάτες» να καθίσουμε και να καταγράψουμε από κοινού τον βίο και την πολιτεία της παρέας αυτής.
Σχόλια