Η επόμενη μέρα των εκλογών...
του Γιώργου Ρωμαίου
ΠΗΓΗ: εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ
Αν την ερχόμενη Κυριακή εκλεγεί πρόεδρος στη Γαλλία ο Φρανσουά Ολάντ, θα συγκροτηθεί ισχυρό μέτωπο για χαλάρωση της πολιτικής αυστηρής λιτότητας που επέβαλε η Μέρκελ με τη σύμπραξη του Σαρκοζί.
Η Ελλάδα πρέπει να είναι έτοιμη να μετάσχει ενεργά σε αυτό το κίνημα, ώστε να διασφαλισθεί η παραμονή στο ευρώ με λιγότερες θυσίες και με αυξημένες ελπίδες για ανάπτυξη. Θα είναι όμως λάθος να αναμένουμε κάποια νέα ευρωπαϊκή πολιτική και να χαλαρώσουμε μετά τις εκλογές την προσπάθεια δημοσιονομικής εξυγίανσης. Και, κυρίως, την ολοκλήρωση των ριζικών μεταρρυθμίσεων στο κράτος και στις διαδικασίες ανάπτυξης.
Στο εκλογικό σώμα υπάρχει μια πλειοψηφική πρόθεση τιμωρίας των δύο κομμάτων τα οποία κυβέρνησαν τη χώρα μετά τη Μεταπολίτευση. Απόλυτα δικαιολογημένη. Αλλά και η χώρα πρέπει να κυβερνηθεί. Το μήνυμα που έχει εκπέμψει με τις δημοσκοπήσεις το 77% των πολιτών είναι πως «η επόμενη κυβέρνηση πρέπει να κάνει ό,τι είναι απαραίτητο για να παραμείνει η χώρα στο ευρώ». Και το δεύτερο μήνυμα είναι ο σχηματισμός κυβέρνησης συνεργασίας, με το 44% να αξιολογεί θετικά το έργο της κυβέρνησης Παπαδήμου.
Βέβαιο είναι ότι από τις κάλπες την ερχόμενη Κυριακή δεν θα προκύψει μονοκομματική κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Με συνέπεια να ανακύψει το δίλημμα: κυβέρνηση συνεργασίας ή νέες εκλογές; Μόνο όσοι αδιαφορούν για την τύχη της χώρας και προτάσσουν το κομματικό συμφέρον θα υποστηρίξουν την προσφυγή σε νέες εκλογές, οι οποίες δεν πρόκειται να αλλάξουν σημαντικά τον συσχετισμό των κομματικών δυνάμεων.
Η κυβέρνηση συνεργασίας πρέπει να έχει βασικό προσανατολισμό την παραμονή της χώρας στο ευρώ. Τρία είναι τα κόμματα τα μετέχοντα στις εκλογές τα οποία έχουν σαφή ευρωπαϊκό προσανατολισμό: το ΠαΣοΚ, η ΝΔ και η ΔΗΜΑΡ.
Είναι κατανοητό στην προεκλογική αντιπαράθεση και η ΝΔ να διεκδικεί την αυτοδυναμία και η ΔΗΜΑΡ να επιδιώκει την προσέλκυση ψηφοφόρων από το ΠαΣοΚ. Το ΠαΣοΚ να είναι το μόνο κόμμα που υποστηρίζει τον σχηματισμό κυβέρνησης ευρύτερης συνεργασίας. Εννοεί, προφανώς, ο κ. Βενιζέλος τη συμμετοχή σε αυτή την κυβέρνηση και της ΔΗΜΑΡ.
Ατυχώς, ο κ. Κουβέλης έχει περιπέσει σε αντιφάσεις ως προς την προοπτική κυβερνητικής συνεργασίας. Παραμένει σταθερός στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό και δηλώνει ότι το κόμμα του είναι ανοιχτό σε συνεργασίες. Θέτει μια βασική προϋπόθεση: οι συνεργασίες θα υπηρετούν «την αλλαγή των πολιτικών και όχι ευκαιριακές συμπράξεις για τη νομή της εξουσίας ή τη συνέχιση με άλλον τρόπο των ίδιων πολιτικών». Πολιτικά λογική η προϋπόθεση και ανταποκρίνεται στη βούληση της πλειοψηφίας των πολιτών.
Ουδείς μπορεί να υποστηρίξει ότι ένα κόμμα πρέπει να δεχθεί συμμετοχή σε μια κυβέρνηση συνεργασίας χωρίς κάποια βασική προγραμματική συμφωνία και άποψη στη σύνθεσή της. Ο κ. Κουβέλης όμως κάνει ένα βήμα πίσω. Αποκλείει τη συνεργασία με το «σημερινό ΠαΣοΚ», χωρίς να διευκρινίζει τη θέση του έναντι της ΝΔ.
Ο αποκλεισμός του ΠαΣοΚ αποδίδεται στη συνεχή μείωση των δημοσκοπικών επιδόσεων, με την προσδοκία ότι θα αυξήσει ή θα συγκρατήσει τις «εισπράξεις» ψήφων από το ΠαΣοΚ. Η συμμετοχή του όμως σε μια κυβέρνηση συνεργασίας, με προϋποθέσεις, θα ήταν παραγωγική για την αντιμετώπιση της κρίσης με άλλη πολιτική. Αν όμως αποκλείει τη συνεργασία με το ΠαΣοΚ, γιατί να ψηφίσουν ΔΗΜΑΡ οι δυσαρεστημένοι οπαδοί του ΠαΣοΚ;
ΠΗΓΗ: εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ
Σχόλια