Το Βερολίνο τα θέλει όλα...
του Γεώργιου Π. Μαλούχου
ΠΗΓΗ: εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ
Στις 20 Μαίου 2010, η καγκελάριος Μέρκελ πανηγύριζε μία προσωπική της επιτυχία, όπως η ίδια έλεγε σε ασυνήθιστα γι΄ αυτήν θριαμβικούς τόνους, μιλώντας στη γαλλική εφημερίδα «Le Monde»: την εμπλοκή του ΔΝΤ στην υπόθεση της ελληνικής «διάσωσης»: «ήταν σημαντικό για μένα», δήλωνε. «Διαφήμιζε» ότι με την προσωπική της επιμονή πέτυχε τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. Ένα μήνα πριν, στις 24 Απριλίου, η Γερμανίδα καγκελάριος είχε δηλώσει: «Δεν θα δοθεί καμία βοήθεια στην Ελλάδα μέχρι να ολοκληρωθούν οι συζητήσεις με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο»…
Πέρασαν έκτοτε περισσότερα από τρία χρόνια, μέχρι που φτάσαμε στον αντίποδα: πρώτα ο Γερμανός Ασμουσεν της ΕΚΤ να ανοίγει τη συζήτηση για το διαζύγιο με το ΔΝΤ και τώρα ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Σόιμπλε να δηλώνει ευθέως, μόλις προχθές, στον απόηχο της περίφημης αυτοκριτικής έκθεσης του Ταμείου, ότι έχει έρθει η ώρα να διώξουμε το ΔΝΤ από την Ευρώπη…
Η σύγκρουση Βερολίνου – ΔΝΤ πάνω στην Ελλάδα είναι πλέον δεδομένη. Η κριτική που ασκεί το Ταμείο στο ελληνικό πρόγραμμα και στα λάθη του, είναι πολλαπλή και συνεχής και η απειλή αποχώρησής του από το ελληνικό πρόγραμμα έχει πλέον καταστεί ορατή.
Κυρίως όμως, η σύγκρουση εντοπίζεται στο λεγόμενο νέο «κούρεμα» του χρέους, το οποίο το ΔΝΤ επιθυμεί και το οποίο είναι αδήριτη προϋπόθεση για την ανάκαμψη της Ελλάδας, ενώ το Βερολίνο θέτει κατηγορηματικά βέτο σε τέτοιο βαθμό που προτιμά να πετάξει το Ταμείο εκτός του σχήματος.
Οι Γερμανοί «σωτήρες» όχι απλώς δεν κάνουν βήμα πίσω, αλλά επεκτείνουν την αδηφαγία τους: οι αποφάσεις για την αντιμετώπιση των καταθέσεων ως επενδύσεων που επέβαλαν στην ευρωζώνη, πρακτικά θα οδηγήσουν σε ροή κεφαλαίων εκτός μιας σειράς χωρών που έχουν κινδύνους και σίγουρα ένα μεγάλο τμήμα τους θα καταλήξει στις γερμανικές τράπεζες: είναι αντίστοιχο με το κόλπο που είχαν κάνει με τα επιτόκια στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν οδήγησαν τη στερλίνα σε υποτίμηση 11% μέσα σε ένα βράδυ και, τελικά, τη Βρετανία να λάβει οριστικά την απόφαση να μην ενταχθεί κι εκείνη στο κοινό νόμισμα.
Φυσικά, στο ελληνικό ζήτημα, για τους γνωρίζοντες την πορεία των «διαπραγματεύσεων» της τρόικας με την ελληνική πλευρά, αυτή η σύγκρουση κάθε άλλο παρά νέα υπόθεση είναι: έχει εκδηλωθεί πάμπολλες φορές στο παρελθόν, μπροστά στα μάτια των κάθιδρων Ελλήνων διαπραγματευτών.
Εκείνο που είναι νέο, είναι ότι τα μαχαίρια έχουν πλέον βγει όχι στο επίπεδο της εκπροσώπησης στην Αθήνα, αλλά σε εκείνο των ηγεσιών των δύο πλευρών. Και αυτό είναι ένα γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε μία νέα πραγματικότητα.
Πριν από την ελληνική κρίση, το ΔΝΤ αναζητούσε ένα νέο ρόλο, μετά από μια σειρά αποτυχιών που είχαν καταλήξει σε μία ιδιότυπη απαξίωση. Την ίδια στιγμή, το Βερολίνο αναζητούσε ένα σύμμαχο που θα μπορούσε να εγγυηθεί όχι μόνον την τεχνογνωσία του στη διαχείριση κρίσεων χρέους, αλλά, κυρίως, τη νομιμοποίηση μιας πρωτόγνωρης για τα ευρωπαϊκά δεδομένα πολιτικής, που ως τότε ήταν αποδεκτή μόνον σε χώρες του Τρίτου, ουσιαστικά, κόσμου.
Οι δύο πλευρές είχαν λοιπόν, εκείνη τη στιγμή, κάθε λόγο να συνεργαστούν – άλλωστε, η στάση της ελληνικής κυβέρνησης ήταν και αυτή στην ίδια κατεύθυνση: ο Γιώργος Παπανδρέου έδωσε πραγματική μάχη, στο πλευρό της Αγκελα Μέρκελ, για την εμπλοκή του Ταμείου στην ελληνική υπόθεση…
Εκτοτε, έγιναν πάρα πολλά. Το κυριότερο όμως εξ αυτών, είναι ότι το διεθνές περιβάλλον άρχισε, έστω και πολύ καθυστερημένα, να κατανοεί ότι το Βερολίνο είχε εξ αρχής αντιληφθεί την ελληνική – και μετέπειτα ευρύτερη – κρίση, ως ευκαιρία άσκησης της ευρωπαϊκής του ηγεμονίας. Σταδιακά δεν έμειναν αμφιβολίες για την τακτική και τη στρατηγική των Γερμανών, που αντί να βοηθούν να υποχωρήσει η κρίση, στη θέση της φούντωναν μία άλλη, πολύ πιο εκτεταμένη, πολυεπίπεδη και επικίνδυνη: την κρίση μιας φοβερής ύφεσης σε πλήθος από χώρες, με μοναδικό σκοπό την αύξηση της εθνικής τους ισχύος στα ευρωπαϊκά πλαίσια. Η κορύφωση αυτής της κατανόησης εκφράστηκε από τον ίδιο τον Αμερικανό πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα πριν από λίγες ημέρες κατά την επίσκεψή του στο Βερολίνο, όταν δημόσια είπε στη Γερμανίδα καγκελάριο ότι όταν κινδυνεύουμε να χάσουμε μία γενιά, πρέπει να αλλάξουμε την πολιτική μας…
Δεν υπάρχει πλέον αμφιβολία ότι το ρήγμα μεταξύ του Βερολίνου και της Ουάσιγκτον διευρύνεται ημέρα με την ημέρα. Η αμερικανική πλευρά έχει πολλάκις επικρίνει την ουσία της γερμανικής πολιτικής και η γερμανική έχει, σε υψηλούς τόνους ζητήσει δημοσίως από τους Αμερικανούς να «κοιτάνε τα του οίκου τους», κατά τη φράση του υπουργού Οικονομικών Σόιμπλε.
Εστω και αργόσυρτη, η σύγκρουση σοβεί. Το Βερολίνο τα θέλει όλα: τη δουλειά του με τους «εταίρους» του δανειακού προγράμματος την έκανε πια. Και τώρα που η γερμανική Ευρώπη προχωρά με ταχύτητα προς την επόμενη φάση της προσπάθειας πολιτικής ένωσης χωρών υπό πλήρη εξάρτηση από τη Γερμανία, είναι πλέον βάρος.
Όμως για την Ελλάδα η πλήρης και άνευ όρων σημερινή υπαγωγή στο Βερολίνο, συνιστά εντελώς καταστρεπτική πολιτική. Η χώρα πρέπει επιτέλους να θυμηθεί το «ανήκομεν εις την Δύσιν» και να εργαστεί συστηματικά πάνω σε αυτό. Αλλά πρώτα πρέπει να καταλάβει τα βασικά: ότι άλλο η Δύση κι άλλο το Βερολίνο – και αργεί επικίνδυνα πολύ…
ΠΗΓΗ: εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ
Σχόλια