Το περίεργο παιχνίδι Λαγκάρντ – Σόιμπλε για το χρέος
To ΔΝΤ διαπραγματεύεται αλλά δεν… πληρώνει – επί του παρόντος
τουλάχιστον, ο Σόιμπλε ντριπλάρει κάθε συζήτηση για ελάφρυνση του χρέους
και σοβαρά ερωτήματα αρχίζουν να γεννώνται για το πώς και πόθεν θα
προέλθουν τα 80 και πλέον δις που χρειάζονται για το τρίτο δάνειο προς
την Ελλάδα.
Παρά τις καθησυχαστικές διαρροές από κύκλους του υπουργείου Οικονομικών,
η χθεσινή ευθεία δήλωση του ΔΝΤ ότι δεν θα χρηματοδοτήσει, σ’ αυτή τη
φάση τουλάχιστον, το νέο ελληνικό πρόγραμμα καθώς δεν έχει διασφαλιστεί η
βιωσιμότητα του χρέους, διαμορφώνει νέα δεδομένα στην διαπραγμάτευση
και στο πλαίσιο της όποιας τελικής συμφωνίας.
Το ΔΝΤ βάζει καθαρά ως όρο για να συμβάλει με νέα δικά του κεφάλαια στο τρίτο ελληνικό πακέτο μια ρητή συμφωνία μεταξύ ευρωζώνης και Αθήνας για ελάφρυνση του χρέους – μια συμφωνία, ωστόσο, που το Βερολίνο εξακολουθεί να παραπέμπει τουλάχιστον μετά από ένα τρίμηνο. Σύμφωνα με πληροφορίες που μετέδωσε χθες το Reuters, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε φέρεται να είπε, σε ενημέρωση βουλευτών των Γερμανών Χριστιανοδημοκρατών, ότι το ΔΝΤ θα μπει τελικά στο τρίτο δάνειο αφού ολοκληρωθεί η πρώτη αξιολόγηση επί του νέου προγράμματος, ταυτόχρονα με την έναρξη της συζήτησης για το χρέος.
Ακόμη όμως κι εάν δεν αμφισβητηθεί η… ειλικρίνεια των εκτιμήσεων Σόιμπλε, το Ταμείο δεν θέτει ως προϋπόθεση την «έναρξη των συζητήσεων», αλλά την ύπαρξη σαφούς συμφωνίας για το χρέος. Και ουδείς διαβεβαιώνει ότι η συμφωνία αυτή δεν θα απαιτήσει μήνες, με δεδομένη και την αντίδραση των σκληρών συνιστωσών των πιστωτών σε Γερμανία και ευρωζώνη για οποιαδήποτε γενναία απομείωση του χρέους.
Ουδείς, επίσης, διαβεβαιώνει ότι ο Σόιμπλε και οι περί αυτόν κύκλοι δεν θα χρησιμοποιήσουν το άλλοθι του ΔΝΤ για να προκαλέσουν νέα εμπλοκή ή ατύχημα στις διαπραγματεύσεις, όπως και κανείς δεν μπορεί να προδικάσει με ασφάλεια πως στο τέλος το Ταμείο δεν θα «ανταλλάξει» και πάλι την αναδιάρθρωση με πρόσθετα μέτρα λιτότητας που, θεωρητικά, θα μπορούσαν να αντισταθμίσουν την απουσία κουρέματος και να διασφαλίσουν την βιωσιμότητα του χρέους.
Ενδεικτικά της στάσης του ΔΝΤ και της άκρως ρευστής κατάστασης που διαμορφώνεται είναι τα όσα περιλαμβάνει η εμπιστευτική έκθεση του Ταμείου που δημοσιοποίησαν χθες οι Financial Times – μια έκθεση που αποκαλύπτει ότι αρκετά μέλη εκτός Ευρώπης - συμπεριλαμβανομένων χωρών από την Ασία, την Βραζιλία και τον Καναδά - προειδοποίησαν για την «ανάγκη να προστατευτεί η φήμη του ΔΝΤ». Στο έγγραφο μάλιστα, σημειώνεται ότι η Κριστίν Λαγκάρντ αναγνώρισε αυτές τις ανησυχίες.
Οι ειδικοί του ΔΝΤ κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα δεν πληροί πλέον δυο από τα τέσσερα κριτήρια που θέτει το Ταμείο: αφενός ότι δεν μπορεί να αποδείξει «την θεσμική και πολιτική της ικανότητα» να εφαρμόσει τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις και αφετέρου ότι «υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες το δημόσιο χρέος της να μην είναι βιώσιμο μεσοπρόθεσμα». Επιπλέον δεν γνωρίζουν εάν η Αθήνα θα μπορεί να ανταποκριθεί μέχρι το φθινόπωρο.
«Η Ελλάδα θέλει να αποφασίσει για μερικές σημαντικές μεταρρυθμίσεις το φθινόπωρο και οι Ευρωπαίοι θέλουν να αντιμετωπίσουν το θέμα του χρέους μετά την πρώτη αξιολόγηση διότι επιθυμούν πρώτα να ξανακτιστούν οι σχέσεις εμπιστοσύνης», αναφέρεται στο έγγραφο. «Οι διαφορές μεταξύ του τρόπου σκέψης του Ταμείου για το θέμα του χρέους και αυτού που προς το παρόν σκέπτονται οι Ευρωπαίοι απέχουν πάρα πολύ».
Αυτή η μεγάλη απόσταση θέτει, σε πρώτο χρόνο, εν αμφιβόλω και το εάν – και πότε – θα είναι διαθέσιμο το ποσό των 82 έως 85 δις ευρώ που απαιτούνται για το τρίτο πακέτο προς την Ελλάδα. Ένα πιθανό σενάριο είναι, εάν βεβαίως ευοδωθεί το εν Αθήναις σίριαλ των διαπραγματεύσεων με το «κουαρτέτο», να υπάρξει μια πρώτη συμφωνία Ελλάδας – ευρωζώνης για δάνειο 40 με 50 δις ευρώ μέσω του ESM. Αργότερα, ενδεχομένως και μετά από έναν χρόνο, μπορεί να υπάρξει μια δεύτερη ξεχωριστή συμφωνία της Αθήνας με το ΔΝΤ για ένα νέο δάνειο από την πλευρά του Ταμείου, καθώς ούτως ή άλλως το πακέτο θα είναι τριετές.
Αυτό, ωστόσο, είναι μάλλον το πιο θετικό σενάριο και προϋποθέτει την υπέρβαση του εμποδίου της γερμανικής Βουλής. Η οποία, θέτει ως προϋπόθεση για να εγκρίνει κάθε νέα χρηματοδότηση προς την Ελλάδα τη συμμετοχή και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Όπερ, για μια ακόμη φορά η Ελλάδα κινδυνεύει να γίνει όμηρος στα παιχνίδια εσωτερικής πολιτικής ισχύος της κυρίας Λαγκάρντ και του κυρίου Σόιμπλε. Κι αυτή τη φορά δεν μπορεί, και δεν δικαιούται πλέον, να ποντάρει στην όποια «από μηχανής» παρέμβαση της καγκελαρίας και της Ανγκελα Μέρκελ…
Το ΔΝΤ βάζει καθαρά ως όρο για να συμβάλει με νέα δικά του κεφάλαια στο τρίτο ελληνικό πακέτο μια ρητή συμφωνία μεταξύ ευρωζώνης και Αθήνας για ελάφρυνση του χρέους – μια συμφωνία, ωστόσο, που το Βερολίνο εξακολουθεί να παραπέμπει τουλάχιστον μετά από ένα τρίμηνο. Σύμφωνα με πληροφορίες που μετέδωσε χθες το Reuters, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε φέρεται να είπε, σε ενημέρωση βουλευτών των Γερμανών Χριστιανοδημοκρατών, ότι το ΔΝΤ θα μπει τελικά στο τρίτο δάνειο αφού ολοκληρωθεί η πρώτη αξιολόγηση επί του νέου προγράμματος, ταυτόχρονα με την έναρξη της συζήτησης για το χρέος.
Ακόμη όμως κι εάν δεν αμφισβητηθεί η… ειλικρίνεια των εκτιμήσεων Σόιμπλε, το Ταμείο δεν θέτει ως προϋπόθεση την «έναρξη των συζητήσεων», αλλά την ύπαρξη σαφούς συμφωνίας για το χρέος. Και ουδείς διαβεβαιώνει ότι η συμφωνία αυτή δεν θα απαιτήσει μήνες, με δεδομένη και την αντίδραση των σκληρών συνιστωσών των πιστωτών σε Γερμανία και ευρωζώνη για οποιαδήποτε γενναία απομείωση του χρέους.
Ουδείς, επίσης, διαβεβαιώνει ότι ο Σόιμπλε και οι περί αυτόν κύκλοι δεν θα χρησιμοποιήσουν το άλλοθι του ΔΝΤ για να προκαλέσουν νέα εμπλοκή ή ατύχημα στις διαπραγματεύσεις, όπως και κανείς δεν μπορεί να προδικάσει με ασφάλεια πως στο τέλος το Ταμείο δεν θα «ανταλλάξει» και πάλι την αναδιάρθρωση με πρόσθετα μέτρα λιτότητας που, θεωρητικά, θα μπορούσαν να αντισταθμίσουν την απουσία κουρέματος και να διασφαλίσουν την βιωσιμότητα του χρέους.
Ενδεικτικά της στάσης του ΔΝΤ και της άκρως ρευστής κατάστασης που διαμορφώνεται είναι τα όσα περιλαμβάνει η εμπιστευτική έκθεση του Ταμείου που δημοσιοποίησαν χθες οι Financial Times – μια έκθεση που αποκαλύπτει ότι αρκετά μέλη εκτός Ευρώπης - συμπεριλαμβανομένων χωρών από την Ασία, την Βραζιλία και τον Καναδά - προειδοποίησαν για την «ανάγκη να προστατευτεί η φήμη του ΔΝΤ». Στο έγγραφο μάλιστα, σημειώνεται ότι η Κριστίν Λαγκάρντ αναγνώρισε αυτές τις ανησυχίες.
Οι ειδικοί του ΔΝΤ κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα δεν πληροί πλέον δυο από τα τέσσερα κριτήρια που θέτει το Ταμείο: αφενός ότι δεν μπορεί να αποδείξει «την θεσμική και πολιτική της ικανότητα» να εφαρμόσει τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις και αφετέρου ότι «υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες το δημόσιο χρέος της να μην είναι βιώσιμο μεσοπρόθεσμα». Επιπλέον δεν γνωρίζουν εάν η Αθήνα θα μπορεί να ανταποκριθεί μέχρι το φθινόπωρο.
«Η Ελλάδα θέλει να αποφασίσει για μερικές σημαντικές μεταρρυθμίσεις το φθινόπωρο και οι Ευρωπαίοι θέλουν να αντιμετωπίσουν το θέμα του χρέους μετά την πρώτη αξιολόγηση διότι επιθυμούν πρώτα να ξανακτιστούν οι σχέσεις εμπιστοσύνης», αναφέρεται στο έγγραφο. «Οι διαφορές μεταξύ του τρόπου σκέψης του Ταμείου για το θέμα του χρέους και αυτού που προς το παρόν σκέπτονται οι Ευρωπαίοι απέχουν πάρα πολύ».
Αυτή η μεγάλη απόσταση θέτει, σε πρώτο χρόνο, εν αμφιβόλω και το εάν – και πότε – θα είναι διαθέσιμο το ποσό των 82 έως 85 δις ευρώ που απαιτούνται για το τρίτο πακέτο προς την Ελλάδα. Ένα πιθανό σενάριο είναι, εάν βεβαίως ευοδωθεί το εν Αθήναις σίριαλ των διαπραγματεύσεων με το «κουαρτέτο», να υπάρξει μια πρώτη συμφωνία Ελλάδας – ευρωζώνης για δάνειο 40 με 50 δις ευρώ μέσω του ESM. Αργότερα, ενδεχομένως και μετά από έναν χρόνο, μπορεί να υπάρξει μια δεύτερη ξεχωριστή συμφωνία της Αθήνας με το ΔΝΤ για ένα νέο δάνειο από την πλευρά του Ταμείου, καθώς ούτως ή άλλως το πακέτο θα είναι τριετές.
Αυτό, ωστόσο, είναι μάλλον το πιο θετικό σενάριο και προϋποθέτει την υπέρβαση του εμποδίου της γερμανικής Βουλής. Η οποία, θέτει ως προϋπόθεση για να εγκρίνει κάθε νέα χρηματοδότηση προς την Ελλάδα τη συμμετοχή και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Όπερ, για μια ακόμη φορά η Ελλάδα κινδυνεύει να γίνει όμηρος στα παιχνίδια εσωτερικής πολιτικής ισχύος της κυρίας Λαγκάρντ και του κυρίου Σόιμπλε. Κι αυτή τη φορά δεν μπορεί, και δεν δικαιούται πλέον, να ποντάρει στην όποια «από μηχανής» παρέμβαση της καγκελαρίας και της Ανγκελα Μέρκελ…
Σχόλια