Γιατί είναι λάθος η κατανομή των πόρων στην υγεία
του Γιάννη Κυριόπουλου
Η δραματική μείωση της εθνικής δαπάνης για την υγεία, σε συνδυασμό με τις ατελέσφορες πολιτικές δημοσιονομικής πειθαρχίας και πολιτικής επιτροπείας, προκάλεσε τεκτονικές δονήσεις στο σύστημα υγείας. Δονήσεις, οι οποίες κατέστησαν τον υγειονομικό τομέα έναν από τους πλέον ευάλωτους της κοινωνικής και πολιτικής ζωής.
Η διατύπωση αυτή υπονοεί τη μεγάλη μείωση των ανθρωπίνων, οικονομικών και τεχνολογικών πόρων στον υγειονομικό τομέα. Σε τέτοιο βαθμό, μάλιστα, ώστε η ελάττωση της προσφοράς, σε συνδυασμό με τη μείωση αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών (και ως εκ τούτου της ιδιωτικής δαπάνης για την ιατρική περίθαλψη) να προκαλεί σοβαρές δυσχέρειες και εμπόδια στην πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας.
Σε κάθε περίπτωση, οι δυσμενείς προβλέψεις σχετικά με την εξέλιξη του επιπέδου υγείας του πληθυσμού κατά την περίοδο της κρίσης, έχουν επιβεβαιωθεί μόνον μερικώς. Η εξέλιξη των βασικών δεικτών υγείας (νοσηρότητας και θνησιμότητας) χαρακτηρίζεται απλά από την επιβράδυνση της βελτίωσής τους.
Κατάθλιψη και καρδιοπάθεια
Τα σχετικά δεδομένα δείχνουν ότι οι μετρήσιμες μη θετικές μεταβολές αναφέρονται στην αύξηση του επίπτωσης στην κατάθλιψη και στην ισχαιμική καρδιοπάθεια. Πρόκειται για νοσολογικές καταστάσεις, οι οποίες συνδέονται -σε άλλο βαθμό- με τις βασικές κοινωνικοοικονομικές συνιστώσες της οικονομικής κρίσης. Αναφέρομαι στο άγχος, στην ανεργία, στην επαπειλούμενη εργασία, στον δανεισμό, στα χρέη, στις δυσκολίες ρύθμισης των λογαριασμών κλπ.
Τα πλήγματα της οικονομικής κρίσης κατανέμονται άνισα στην κοινωνική ιεράρχηση. Το κύριο βάρος επωμίζονται οι χρονίως πάσχοντες, οι φτωχοί και όσοι έχουν χαμηλή εκπαίδευση και πενιχρά εισοδήματα. Αυτοί υφίστανται συχνά καταστροφικές δαπάνες για την υγεία εξ αιτίας των δυσχερειών πρόσβασης και της καταβολής υψηλών ιδιωτικών πληρωμών και παραπληρωμών.
Με την έννοια αυτή, η κρίση αναδεικνύει και ενισχύει τις ανισότητες, αλλά και τον «ταξικό» χαρακτήρα της υγείας. Για την αντιμετώπιση αυτών των φαινομένων απαιτείται η εκπόνηση πολιτικών που προάγουν την ισότητα στις υπηρεσίες υγείας ως προτεραιότητα της εθνικής υγειονομικής πολιτικής.
Η συμπτωματική αντιμετώπιση των αρνητικών αυτών επιπτώσεων βρίσκεται στην υποστήριξη των μηχανισμών της δημόσιας υγείας και της πρωτοβάθμιας φροντίδας. Όμως, η αιτιολογική θεραπεία απαντάται με την άρση των βλαπτικών παραγόντων, δηλαδή με την εξεύρεση απασχόλησης, η οποία με τη σειρά της προϋποθέτει την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη.
Αποδόμηση της πρωτοβάθμιας φροντίδας
Ανεξαρτήτως αυτών των διαπιστώσεων, είναι αληθές ότι η πολιτική και κοινωνική συζήτηση εστιάζεται (καλώς ή κακώς) στο σύστημα ιατρικής περίθαλψης και ιδίως στο νοσοκομειακό τομέα. Η μεταβολή των οικονομικών μεγεθών στον υγειονομικό τομέα, σε συνδυασμό με μια σειρά λανθασμένων πολιτικών (εξωγενούς κυρίως έμπνευσης) επέφεραν την πλήρη αποδόμηση της πρωτοβάθμιας φροντίδας.
Έτσι, η «αντίστροφη» μεταφορά πόρων από την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας προς τη νοσοκομειακή και τη φαρμακευτική περίθαλψη -την περίοδο της κρίσης- καθώς και η αποσυναρμολόγηση του υγειονομικού τομέα προκαλούν μείζονα λειτουργικά προβλήματα. Προβλήματα, τα οποία συνδέονται κυρίως με την περιστολή και τη μη αποδοτική κατανομή των πόρων.
Προφανώς, η «πίεση» στις υπηρεσίες ιατρικής περίθαλψης προκαλεί προβλήματα δυσχερούς πρόσβασης και μη αποδεκτής ποιότητας στη φροντίδα υγείας. Αιτία είναι η έλλειψη προσαρμογής στις παρούσες συνθήκες λιτότητας και η αδυναμία δρομολόγησης διαρθρωτικών αλλαγών.
Όπως έχει ήδη επισημανθεί πολλαπλώς και από πολλούς, Οι διαρθρωτικές αλλαγές πρέπει να έχουν ως στόχο την ολική επαναφορά στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Αυτό μπορεί να γίνει με τη μεταφορά πόρων από τη νοσοκομειακή και τη φαρμακευτική περίθαλψη, που απορροφούν αντίστοιχα το 42% και 28% των πόρων έναντι 30% και 15% στις χώρες του ΟΟΣΑ.
Επισημαίνω ότι πλην της δραματικής μείωσης της εθνικής δαπάνης για την υγεία (από 10,3% του ΑΕΠ το 2009 σε 8,2% το 2015), της υψηλής ιδιωτικής δαπάνης (ανέρχεται στο 40,6% της συνολικής δαπάνης) υφίστανται και δύο μείζονα θέματα:
- Πρώτον, η αναγκαιότητα ανάπτυξης πολιτικών για τον ιδιωτικό τομέα και ιδίως για την ενσωμάτωση των ιδιωτικών πληρωμών και παραπληρωμών.
- Δεύτερον, για την ανακατανομή των πόρων στο εσωτερικό των υπηρεσιών υγείας και στα διάφορα επίπεδα περίθαλψης.
Το δίλημμα
Εν κατακλείδι, το βασικό δίλημμα στη πολιτική υγείας είναι ανάμεσα στις φορμαλιστικές πολιτικές λιτότητας που εκπορεύονται από τα Μνημόνια και σ’ αυτές που αναζητούν την αποδοτικότητα και εμπνέονται από πραγματικές διαρθρωτικές αλλαγές. Προς την κατεύθυνση αυτή απαιτείται μεσομακροπρόθεσμος σχεδιασμός, κοινωνική και πολιτική συναίνεση και βεβαίως τεκμηριωμένη πολιτική υγείας.
Τα διαθέσιμα στοιχεία καταδεικνύουν τα προβλήματα και τις δυσκολίες πρόσβασης που οφείλονται στο κόστος του χρόνου και του χρήματος. Δυσκολίες, οι οποίες δείχνουν ότι ομάδες του πληθυσμού έχουν ανεκπλήρωτες ανάγκες και υφίστανται ανισότητες, ιδιαίτερα στη πρωτοβάθμια φροντίδα. Μερικά από αυτά τα προβλήματα αμβλύνονται και επιλύονται μερικώς με την ανάπτυξη των κοινωνικών δομών αλληλεγγύης στην υγεία και την πρόνοια , καθώς και μς την «προνοιακή» κάλυψη των ανασφάλιστων.
Σε κάθε περίπτωση, οι τριγμοί στο δημόσιο και στο ιδιωτικό σύστημα υγείας είναι σημεία της έντονης και παρατεταμένης κρίσης. Σε ουδεμία περίπτωση, όμως, δεν συνιστούν φαινόμενα κατάρρευσης, δεδομένου ότι η ανθεκτικότητα του δημόσιου νοσοκομειακού τομέα παραμένει εισέτι ισχυρή.
Η παραδοχή αυτή, όμως, δεν μπορεί να αποτελεί πρόσχημα για την αποφυγή των αναγκαίων διαρθρωτικών αλλαγών, οι οποίες οφείλουν να έχουν ως κέντρο την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Η εστίαση πρέπει να γίνει στην άρση των εμποδίων πρόσβασης, στην ικανοποίηση των ανεκπλήρωτων αναγκών και στον έλεγχο των κοινωνικών ανισοτήτων που συνδέονται με την υγεία.
https://stavroslygeros.gr/
Σχόλια