Κάποιος που το έζησε

Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου 

Οι κόκκινες φλόγες μέσα στο σκοτάδι. Ο άτακτος ήχος από τη φωτιά που καίει το ξύλο. Και ο πυκνός πηχτός καπνός που σου καίει το λαιμό. Κι απέναντι, να βλέπεις το σπίτι σου καίγεται. Να βλέπεις να καίγονται τα κομμάτια της ζωής σου, να καίγονται οι στιγμές που πέρασες με τα αγαπημένα σου πρόσωπα, να καίγονται οι γωνιές που ήταν γεμάτες με χαμόγελα και με ζεστές σκέψεις. Για πάνω από πέντε ώρες ζούσες στην Κόλαση. Έβλεπες το σπίτι σου να καίγεται και δεν έβλεπες όλο αυτό το διάστημα ένα πυροσβεστικό, ένα περιπολικό. Ανήμπορος να αντισταθείς στη μανία της φύσης, αδύναμος να αντιδράσεις σε υπέρτερες δυνάμεις, απλός παρατηρητής της καταστροφής αυτού που έφτιαξες, που κανάκεψες και που φρόντισες. Λυγίζεις, γονατίζεις, φεύγεις αργά τη νύχτα. Δεν μπορείς να κάνεις κάτι παραπάνω. Και η φωτιά συνεχίζει.
Το ξημέρωμα, σε βρίσκει να κοιτάς αυτό που απέμεινε. Δυστυχώς, είναι το τίποτα. Η φωτιά δεν άφησε πίσω της, κάτι από την ομορφιά που κατάπιε. Και εκεί που αποκαρδιωμένος ζυγίζεις το χτύπημα που δέχτηκες, μαθαίνεις για τον φίλο σου που κάηκε μαζί με τα παιδιά του, μόλις εκατό μέτρα μακριά από σένα. Διακρίνεις πίσω από την κάπνα της φωτιάς που δεν λέει να σβήσει, πως η ζωή, είναι ακόμα εδώ για σένα και συνέρχεσαι. Μιλάς με όλους τους γείτονες, με τους φίλους σου, με τους οικείους σου, τους περιγράφεις με όλες τις λεπτομέρειες αυτά που έζησες, σχεδόν τους ζωγραφίζεις τις εικόνες που έχουν χαραχτεί στη μνήμη σου, τους διηγείσαι κάθε στιγμή, σε μια προσπάθεια να ξορκίσεις μέσα σου το καταστροφικό συμβάν. Τους μιλάς για τις όμορφες βόλτες που έχεις κάνει στους πευκώνες της Ανατολικής Αττικής. Για τις μαγικές ανατολές του Νότιου Ευβοϊκού που απόλαυσες από το Μπλέ, το Πράσινο και το Κόκκινο Λιμανάκι. Τους μιλάς για τα φιλικά σου πρόσωπα και τους γνωστούς σου, που χάθηκαν μέσα στη φωτιά. Θυμάσαι κάποιους διαλόγους που είχες μαζί τους, κάποιες βραδιές που περάσατε μαζί κοντά στις παραλίες, τους μιλάς για τη καθημερινότητα που χάθηκε για πάντα.
Η θανάσιμη καταστροφή, σου άφησε ένα ανεξίτηλο στίγμα στη μνήμη σου. Κλείνεις τα μάτια και έρχονται όλα στο μυαλό σου, σαν σε ταινία. Και μετά σε τυλίγει η οργή και ο θυμός. Και μαθαίνεις πως την ίδια αυτή στιγμή που η μυρωδιά του καμένου ξύλου, δεν έχει υποχωρήσει, η κυβέρνηση με υπέρμετρη αναλγησία ενδιαφέρεται να αυξήσει τους μισθούς τους ασκεριού, που τη στηρίζει και την ακολουθεί. Και μαθαίνεις πως όλοι οι κυβερνητικοί και οι κρατικοί παράγοντες που χειρίστηκαν την κατάσταση με αυτόν τον ανεπαρκέστατο και καταστροφικό τρόπο, είναι υπερήφανοι για τη δουλειά και την προσπάθειά τους. Οι υπερασπιστές του καθεστώτος Γιαρουζέλσκι, οι οπαδοί του Μαδούρο και του Κάστρο, οι θαυμαστές κάθε στυγνού και φαιδρού δικτατορίσκου, οι απολογητές του Τσερνομπίλ, οι άνθρωποι που έκαναν ρεσάλτο στην εξουσία με παντιέρα τους «νεκρούς της ΕΡΤ», «τα παιδιά που λιποθυμούσαν από την πείνα», «τα παιδιά που κάηκαν από το μαγκάλι», δείχνουν το πραγματικό τους πρόσωπο. Το αδίστακτο πρόσωπο αυτών που δεν ντρέπονται, που δεν σκέφτονται και που δεν σκύβουν ευλαβικά το κεφάλι μπροστά στο δράμα. Ενδιαφέρονται μόνο για την εξουσία. Ξεπούλησαν τις δήθεν ιδεολογίες τους, άφησαν πίσω τους τις ιδεοληπτικές εμμονές τους, παράτησαν τα οράματα τους για να μείνουν στην εξουσία. Ανήμποροι και αδιάφοροι στο να χειριστούν οποιοδήποτε σύνθετο πρόβλημα, ανίκανοι στο να προβλέψουν, στο να σχεδιάσουν και στο να συντονίσουν, επιτίθενται στα καιρικά φαινόμενα, στην κλιματική αλλαγή στην ύπαρξη αυθαιρέτων κτισμάτων και στην έλλειψη ρυμοτομίας. Αποποιούμενοι κάθε ευθύνης, επιρρίπτουν ευθύνες στα θύματα, στους δημοσιογράφους και σε αυτούς που διαμαρτύρονται.
Το κράτος ήταν ανύπαρκτο την περασμένη Δευτέρα. Και όπου τελικά έδωσε το παρόν, η παρουσία του ήταν καταστροφική. Κι αυτό δεν το γράφει κάποιος που κάπου, κάτι άκουσε, ή κάποιος που κάποιοι του μετέφεραν. Τα γράφει κάποιος που έζησε εκεί κάθε στιγμή, που το δέρμα του μυρίζει ακόμα καμένο ξύλο, που η αναπνοή του είναι ακόμα γεμάτη από την κάπνα, που στα αυτιά του ηχούν ακόμα οι κρότοι τις φωτιές, οι φωνές του πανικού και οι κραυγές της απόγνωσης. Κάποιος που για πέντε ώρες δεν είδε ένα πυροσβεστικό. Κάποιος που είδε τα αυτοκίνητα που έστελνε η τροχαία μέσα στο Μάτι να εγκλωβίζονται και να καίγονται. Κάποιος που σώθηκε γιατί φοβήθηκε και έφυγε τελικά από το σπίτι του. Κάποιος που έτυχε να έχει την πρόνοια να αφήσει το αυτοκίνητο του μακριά.
Το βάρος που πέφτει πάνω στην κυβέρνηση είναι τρομακτικό, καθώς η δράση της ήταν εγκληματικά ανεπαρκής και ο χειρισμός της επόμενης ημέρας απάνθρωπος. Όμως μεγαλύτερο είναι το βάρος που πέφτει τώρα πάνω στους πολίτες, που πρέπει να στείλουν αυτήν την ομάδα των τυχάρπαστων και αγράμματων τύπων στο σπίτι τους, με την πρώτη ευκαιρία. Γιατί αποκαλύφθηκε πλέον και στους πλέον αδαείς, η επικινδυνότητα και η αναλγησία των κυβερνώντων, που είναι ικανοί να ξεπουλήσουν ακόμα και τα παιδιά τους, ώστε να παραμείνουν για ακόμα μια μέρα στην εξουσία.

 https://www.liberal.gr/

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κυκλοφορεί ο ΚΑΤΟΙΚΟΣ Σεπτεμβρίου!

Ο Ντάνυ και η βαθειά γαλάζια θάλασσα! Ένας απάχικος χορός, σε σκηνοθεσία Πέτρου Ζηβανού απο το Κ.Θ.Ε.Θεσσαλονίκης.

Κυκλοφορεί ο ΚΑΤΟΙΚΟΣ Νοεμβρίου!