Τα στραβά Μάτια μας
Γράφει ο Γιώργος Τσιάρας στην efsyn.gr
Το τριήμερο πένθος έληξε, στις τηλεοράσεις έχουν κιόλας βγει τα μαχαίρια από τους ανερυθρίαστους πολιτικάντηδες -τους ίδιους που διαμόρφωσαν εδώ και δεκαετίες τις συνθήκες για την τωρινή τραγωδία και τώρα το παίζουν κλασικά μωρές παρθένες- και τους πάσης φύσεως «ειδικούς» και «γραμμιτζήδες», ιδίως κάποιους «συναδέλφους» μου δημοσιογράφους των καναλιών που σπεύδουν να εξαργυρώσουν τη λαϊκή αγανάκτηση για λογαριασμό των ένοχων αφεντικών και χορηγών τους, καθώς ένας ολόκληρος χαροκαμένος κόσμος ζητά οργισμένος -και με το δίκιο του- ευθύνες και «κεφάλια». Αλλά η μυρωδιά της καμένης σάρκας, η τέφρα από τις παιδικές μας μνήμες, θα μείνει μαζί μας για πολύ καιρό – μαζί με τα αμέτρητα αναπάντητα γιατί.
Εχω βρεθεί, δυστυχώς, σε αρκετές δασικές πυρκαγιές – αρχικά ως νεαρός αστυνομικός ρεπόρτερ, ως περίοικος στο Πόρτο Ράφτη και την Καισαριανή κι αργότερα ως στρατιώτης (δ)εθελοντής δασοπυροσβέστης στη Ρόδο των οικοπεδοφάγων, να καθαρίζω ανήμπορος ξερόκλαδα μέσα στους καπνούς του φλεγόμενου Δάσους των Πεταλούδων με μόνα εφόδια ένα πτυοσκάπανο, ένα παγούρι και μια βρεγμένη πετσέτα. Κι έχω δει με τα μάτια μου πόσο γρήγορα αλλάζει κατεύθυνση το πύρινο μέτωπο από ριπή σε ριπή, πως εκσφενδονίζονται σαν χειροβομβίδες τα φλεγόμενα κουκουνάρια, πόσο μικρός και αδύναμος νιώθει κανείς -όσο γενναίος ή εκπαιδευμένος κι αν είναι- μπροστά στην καλπάζουσα λαίλαπα. Και πρωτίστως θυμάμαι το Μάτι –το πανέμορφο δασωμένο παραθαλάσσιο θέρετρο των Αθηναίων που έγινε φέρετρο γιατί δύο γενιές άνωθεν νομιμοποιημένων ελληναράδικων αυθαιρεσιών και κακοτεχνιών το μετέτρεψαν σε τούρκικο μαχαλά -πυριτιδαποθήκη, γεμάτο καύσιμη ύλη και ιδιόκτητες ακτές, χωρίς διεξόδους διαφυγής ούτε καν προς τη θάλασσα. Με άλλα λόγια, σε μια τέλεια παγίδα θανάτου.
Ειλικρινά στην προκείμενη περίπτωση, και με βάση τα όσα γνωρίζουμε, δεν ξέρω τι θα μπορούσε να είχε γίνει διαφορετικά την τρομερή νύχτα της Δευτέρας και δεν έγινε. Οσο κι αν αντιτίθεμαι, εξ οφίτσιο και... βίτσιο, στο διαπλεκόμενο κράτος και τις «αρχές ασφαλείας» του, όσο κι αν καταλαβαίνω την ανάγκη της κοινής γνώμης για εξιλαστήρια θύματα, συνθήκη αναγκαία για κάθε κάθαρση, δεν μπορώ να συμμετάσχω σε αυτό το υποκριτικό γαϊτανάκι της αναζήτησης ευθυνών. Για μένα έχουν αξιοπιστία σήμερα μόνο όσοι, ελάχιστοι, μιλούσαν για το πρόβλημα της δασοπυρόσβεσης και της αυθαίρετης δόμησης πριν από την καταστροφή κι όχι όσοι το παίζουν μετά Χριστόν προφήτες για να τσιμπήσουν κανένα μισοκαμένο ψηφαλάκι ή λίγη έξτρα τηλεθέαση ανάμεσα στα ερείπια. Γιατί παγίδες θανάτου σαν το Μάτι υπάρχουν πολλές στην Ελλάδα – άλλο αν κάνουμε όλοι μας τα στραβά μάτια και τα ανοίγουμε διάπλατα κάθε φορά μόνο όταν δακρύζουν από την τέφρα των συνανθρώπων μας.
Ως έμπειρος διεθνατζής, «ειδικός» -τρομάρα μου- κι εγώ, μπορώ φυσικά να γράψω ατέλειωτα κατεβατά για τα βαθύτερα αίτια της επαναλαμβανόμενης τραγωδίας. Αλλωστε το κάνω συχνά – πέρσι με αφορμή την εκατόμβη στην Πορτογαλία και τη Ιταλία, πρόπερσι για την Ισπανία και τη νότια Γαλλία... Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές καίγονται, όπως κάθε χρόνο σχεδόν, τεράστιες εκτάσεις στην Καλιφόρνια, μία από τις πλουσιότερες και υποτίθεται καλύτερα οργανωμένες Πολιτείες-κρατίδια των ΗΠΑ και του πλανήτη. Πλέον όμως δεν απειλούνται από τις φλόγες μόνο τα κλασικά ζεστά κλίματα: δέκα μέρες τώρα καίγονται -εν μέσω αφύσικης ξηρασίας και ιστορικά πρωτοφανούς καύσωνα- τα αειθαλή δάση της Σουηδίας, οι κάτοικοι της οποίας δεν ξέρουν τι θα πει πυρκαγιά, ενώ στη μακρινή Ιαπωνία πάνω από 80 άνθρωποι έχουν πεθάνει μέσα σε λίγες μέρες από τη ζέστη.
Οπως έγραφα και πέρσι για την κα(η)μένη την Πορτογαλία, η ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή είναι πλέον αναμφισβήτητη, ό,τι κι αν λέει ο Τραμπ και οι βρόμικοι πετρελαιάδες και καρβουνάδες σπόνσορές του. Και η μετατροπή του μικροκλίματος πολλών εύκρατων ή υποτροπικών ώς τώρα περιοχών, ανάμεσά τους και σχεδόν ολόκληρη η μεσογειακή Ευρώπη, σε αφρικανικού τύπου περιβάλλοντα κάνει τα αειθαλή δάση της, και ιδιαίτερα τα πευκοδάση, να «αρπάζουν» με το παραμικρό, ακόμη και χωρίς τη «βοήθεια» συμφεροντολόγων ή απλά ψυχοπαθών εμπρηστών. Αλλωστε δεν καίγονται μόνο «οικοπεδοποιήσιμες» περιοχές, αλλά και ολόκληροι προστατευόμενοι από διεθνείς συμβάσεις εθνικοί δρυμοί που θεωρητικά κανείς δεν έχει συμφέρον να πυρπολήσει...
Από εκεί και πέρα βέβαια το πώς αντιμετωπίζει το πρόβλημα -και κυρίως το πώς προετοιμάζεται κάθε χειμώνα- η κάθε χώρα χωριστά, και η Ευρωπαϊκή Ενωση ως σύνολο, μπροστά στον δεδομένο πλέον εξάμηνο θερινό πόλεμο με τις φλόγες, είναι αλλουνού παπά Ευαγγέλιο, και οι πυκνοί καπνοί που φαίνονται στις δορυφορικές φωτογραφίες να τυλίγουν ξανά τις βόρειες ακτές της Μεσογείου, δεν μπορούν να κρύψουν τις εγκληματικές ευθύνες των ιθυνόντων, ούτε τον διαλυτικό ρόλο των πάσης φύσεως μνημονιακών περικοπών στις δημόσιες δαπάνες και υπηρεσίες του Νότου, που φυσικά πετσοκόβουν (και) τα κονδύλια της δασοπυρόσβεσης. Την ώρα, βεβαίως βεβαίως, που οι κατά τα άλλα οικολογικά ευαίσθητοι Γερμανοί φίλοι και προστάτες μας ετοιμάζονται να αγοράσουν μπιρ παρά τα προς ιδιωτικοποίηση ελληνικά αποθέματα λιγνίτη, αφού προφανώς όταν τα καίνε αυτοί δεν θα βγάζουν διοξείδιο του άνθρακα, αλλά καθαρό οξυγόνο!
Πικρό νιώθω το στόμα μου σήμερα, φαρμάκι –αυτή τη φορά
όχι από τους καφέδες και τα άφιλτρα, αλλά από τη φρικτή γεύση της
ανθρώπινης τέφρας και από αυτόν τον αβάσταχτο κόμπο στον λαιμό και το
στομάχι που μας πνίγει όλους από τη νύχτα της Δευτέρας και μετά. Την
τέφρα που σκεπάζει τα απότομα σκαλάκια για το Κόκκινο Λιμανάκι, που
κατεβαίναμε για μπάνιο μικροί, τα στενοσόκακα στο Μάτι και στο Ζούμπερι,
όπου κάναμε τις πρώτες νυχτερινές τσάρκες με τα αμάξια, εικοσάρηδες
ακόμα, με το παρεάκι από τη Ραφήνα... Την τέφρα που τώρα απλώνεται σαν
στρόβιλος και τυλίγει τις καρδιές μας, σε μια άμοιρη, αιώνια αυθαίρετη
Ελλάδα που πάντα παθαίνει, αλλά ποτέ δεν μαθαίνει.
Το τριήμερο πένθος έληξε, στις τηλεοράσεις έχουν κιόλας βγει τα μαχαίρια από τους ανερυθρίαστους πολιτικάντηδες -τους ίδιους που διαμόρφωσαν εδώ και δεκαετίες τις συνθήκες για την τωρινή τραγωδία και τώρα το παίζουν κλασικά μωρές παρθένες- και τους πάσης φύσεως «ειδικούς» και «γραμμιτζήδες», ιδίως κάποιους «συναδέλφους» μου δημοσιογράφους των καναλιών που σπεύδουν να εξαργυρώσουν τη λαϊκή αγανάκτηση για λογαριασμό των ένοχων αφεντικών και χορηγών τους, καθώς ένας ολόκληρος χαροκαμένος κόσμος ζητά οργισμένος -και με το δίκιο του- ευθύνες και «κεφάλια». Αλλά η μυρωδιά της καμένης σάρκας, η τέφρα από τις παιδικές μας μνήμες, θα μείνει μαζί μας για πολύ καιρό – μαζί με τα αμέτρητα αναπάντητα γιατί.
Εχω βρεθεί, δυστυχώς, σε αρκετές δασικές πυρκαγιές – αρχικά ως νεαρός αστυνομικός ρεπόρτερ, ως περίοικος στο Πόρτο Ράφτη και την Καισαριανή κι αργότερα ως στρατιώτης (δ)εθελοντής δασοπυροσβέστης στη Ρόδο των οικοπεδοφάγων, να καθαρίζω ανήμπορος ξερόκλαδα μέσα στους καπνούς του φλεγόμενου Δάσους των Πεταλούδων με μόνα εφόδια ένα πτυοσκάπανο, ένα παγούρι και μια βρεγμένη πετσέτα. Κι έχω δει με τα μάτια μου πόσο γρήγορα αλλάζει κατεύθυνση το πύρινο μέτωπο από ριπή σε ριπή, πως εκσφενδονίζονται σαν χειροβομβίδες τα φλεγόμενα κουκουνάρια, πόσο μικρός και αδύναμος νιώθει κανείς -όσο γενναίος ή εκπαιδευμένος κι αν είναι- μπροστά στην καλπάζουσα λαίλαπα. Και πρωτίστως θυμάμαι το Μάτι –το πανέμορφο δασωμένο παραθαλάσσιο θέρετρο των Αθηναίων που έγινε φέρετρο γιατί δύο γενιές άνωθεν νομιμοποιημένων ελληναράδικων αυθαιρεσιών και κακοτεχνιών το μετέτρεψαν σε τούρκικο μαχαλά -πυριτιδαποθήκη, γεμάτο καύσιμη ύλη και ιδιόκτητες ακτές, χωρίς διεξόδους διαφυγής ούτε καν προς τη θάλασσα. Με άλλα λόγια, σε μια τέλεια παγίδα θανάτου.
Ειλικρινά στην προκείμενη περίπτωση, και με βάση τα όσα γνωρίζουμε, δεν ξέρω τι θα μπορούσε να είχε γίνει διαφορετικά την τρομερή νύχτα της Δευτέρας και δεν έγινε. Οσο κι αν αντιτίθεμαι, εξ οφίτσιο και... βίτσιο, στο διαπλεκόμενο κράτος και τις «αρχές ασφαλείας» του, όσο κι αν καταλαβαίνω την ανάγκη της κοινής γνώμης για εξιλαστήρια θύματα, συνθήκη αναγκαία για κάθε κάθαρση, δεν μπορώ να συμμετάσχω σε αυτό το υποκριτικό γαϊτανάκι της αναζήτησης ευθυνών. Για μένα έχουν αξιοπιστία σήμερα μόνο όσοι, ελάχιστοι, μιλούσαν για το πρόβλημα της δασοπυρόσβεσης και της αυθαίρετης δόμησης πριν από την καταστροφή κι όχι όσοι το παίζουν μετά Χριστόν προφήτες για να τσιμπήσουν κανένα μισοκαμένο ψηφαλάκι ή λίγη έξτρα τηλεθέαση ανάμεσα στα ερείπια. Γιατί παγίδες θανάτου σαν το Μάτι υπάρχουν πολλές στην Ελλάδα – άλλο αν κάνουμε όλοι μας τα στραβά μάτια και τα ανοίγουμε διάπλατα κάθε φορά μόνο όταν δακρύζουν από την τέφρα των συνανθρώπων μας.
Ως έμπειρος διεθνατζής, «ειδικός» -τρομάρα μου- κι εγώ, μπορώ φυσικά να γράψω ατέλειωτα κατεβατά για τα βαθύτερα αίτια της επαναλαμβανόμενης τραγωδίας. Αλλωστε το κάνω συχνά – πέρσι με αφορμή την εκατόμβη στην Πορτογαλία και τη Ιταλία, πρόπερσι για την Ισπανία και τη νότια Γαλλία... Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές καίγονται, όπως κάθε χρόνο σχεδόν, τεράστιες εκτάσεις στην Καλιφόρνια, μία από τις πλουσιότερες και υποτίθεται καλύτερα οργανωμένες Πολιτείες-κρατίδια των ΗΠΑ και του πλανήτη. Πλέον όμως δεν απειλούνται από τις φλόγες μόνο τα κλασικά ζεστά κλίματα: δέκα μέρες τώρα καίγονται -εν μέσω αφύσικης ξηρασίας και ιστορικά πρωτοφανούς καύσωνα- τα αειθαλή δάση της Σουηδίας, οι κάτοικοι της οποίας δεν ξέρουν τι θα πει πυρκαγιά, ενώ στη μακρινή Ιαπωνία πάνω από 80 άνθρωποι έχουν πεθάνει μέσα σε λίγες μέρες από τη ζέστη.
Οπως έγραφα και πέρσι για την κα(η)μένη την Πορτογαλία, η ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή είναι πλέον αναμφισβήτητη, ό,τι κι αν λέει ο Τραμπ και οι βρόμικοι πετρελαιάδες και καρβουνάδες σπόνσορές του. Και η μετατροπή του μικροκλίματος πολλών εύκρατων ή υποτροπικών ώς τώρα περιοχών, ανάμεσά τους και σχεδόν ολόκληρη η μεσογειακή Ευρώπη, σε αφρικανικού τύπου περιβάλλοντα κάνει τα αειθαλή δάση της, και ιδιαίτερα τα πευκοδάση, να «αρπάζουν» με το παραμικρό, ακόμη και χωρίς τη «βοήθεια» συμφεροντολόγων ή απλά ψυχοπαθών εμπρηστών. Αλλωστε δεν καίγονται μόνο «οικοπεδοποιήσιμες» περιοχές, αλλά και ολόκληροι προστατευόμενοι από διεθνείς συμβάσεις εθνικοί δρυμοί που θεωρητικά κανείς δεν έχει συμφέρον να πυρπολήσει...
Από εκεί και πέρα βέβαια το πώς αντιμετωπίζει το πρόβλημα -και κυρίως το πώς προετοιμάζεται κάθε χειμώνα- η κάθε χώρα χωριστά, και η Ευρωπαϊκή Ενωση ως σύνολο, μπροστά στον δεδομένο πλέον εξάμηνο θερινό πόλεμο με τις φλόγες, είναι αλλουνού παπά Ευαγγέλιο, και οι πυκνοί καπνοί που φαίνονται στις δορυφορικές φωτογραφίες να τυλίγουν ξανά τις βόρειες ακτές της Μεσογείου, δεν μπορούν να κρύψουν τις εγκληματικές ευθύνες των ιθυνόντων, ούτε τον διαλυτικό ρόλο των πάσης φύσεως μνημονιακών περικοπών στις δημόσιες δαπάνες και υπηρεσίες του Νότου, που φυσικά πετσοκόβουν (και) τα κονδύλια της δασοπυρόσβεσης. Την ώρα, βεβαίως βεβαίως, που οι κατά τα άλλα οικολογικά ευαίσθητοι Γερμανοί φίλοι και προστάτες μας ετοιμάζονται να αγοράσουν μπιρ παρά τα προς ιδιωτικοποίηση ελληνικά αποθέματα λιγνίτη, αφού προφανώς όταν τα καίνε αυτοί δεν θα βγάζουν διοξείδιο του άνθρακα, αλλά καθαρό οξυγόνο!
Σχόλια