Οι μύθοι που λέει η φασιστική Ευρώπη στον εαυτό της
του Adam Ramsey
Οι φασίστες έχουν εμμονή με την ιστορία. Η ιδεολογία τους είναι περισσότερο ένα παραμύθι για την ταυτότητα και το παρελθόν, παρά μια οικονομική θεωρία ή μια θεωρία για το μέλλον. Αποτελείται από μισές αλήθειες για μεγαλειώδεις νίκες και βάναυσες αδικίες, περιστρέφεται γύρω από εθνικούς μύθους περί υπεροχής και αγώνα και χρησιμοποιείται σαν επίδεσμος για πληγωμένους εγωισμούς σε δύσκολες εποχές. Ο φασισμός είναι μια ιστορία που μαθαίνεται στην παιδική ηλικία και ο αγώνας ενάντια στο φασισμό είναι μια μάχη αλήθειας για το παρελθόν.
Στην Ουγγαρία, στην πρώτη γραμμή αυτού του αγώνα βρέθηκε για λίγο ο Κάλμαν Σούτο, ένας άστεγο πρώην οδηγός φορτηγού, που πουλάει το περιοδικό δρόμου της χώρας έξω από το επίχρυσο εθνικό κοινοβούλιο. Όταν η κυβέρνηση του Βίκτορ Ορμπάν ανήγειρε ένα μνημείο «για τα θύματα του ναζισμού» κοντά στην περιοχή που κινείται ο Κάλμαν, ο ίδιος έφτιαξε ένα πλακάτ που έγραφε: «ο Χόρτι ήταν ο μεγαλύτερος ναζιστής όλων!» και το υπέγραψε ως «Κάλμαν ο ιστορικός». Η εικονογράφηση στο μνημείο υπαινίσσεται ότι ολόκληρη η Ουγγαρία ήταν θύμα του ναζισμού, παραποιώντας την ιστορική πραγματικότητα ότι η χώρα υπό τον Μίκλος Χόρτι ήταν ήδη φασιστική.
Η αναθεώρηση της εθνικής ιστορίας του Β’ Παγκοσμίου με στόχο να παρουσιάσει το ουγγρικό κράτος σαν θύμα της ναζιστικής επιθετικότητας αντί ως δολοφόνο Εβραίων, Ρομά, ΛΟΑΤΚΙ ατόμων, αναπήρων, κομμουνιστών και συνδικαλιστών, επιτρέπει στο καθεστώς του Ορμπάν να αγνοήσει τα πραγματικά μαθήματα της ιστορίας, και για μια ακόμη φορά να χαράξει διαχωριστικές γραμμές συμμετοχής στο εθνικό υποκείμενο, προωθώντας το μίσος ενάντια ακριβώς σε αυτές τις κοινωνικές ομάδες.
Οι αντιδράσεις για αυτή την αναθεώρηση της ιστορίας ήταν τόσο μεγάλες που ο Ορμπάν φοβήθηκε, σύμφωνα με τον Σούτο. Ο μεταμοντέρνος δικτάτορας της Ουγγαρίας έβαλε κιγκλίδωμα γύρω από το μνημείο του ψεύτικου παρελθόντος και ο άστεγος ιστορικός τελικά συνελήφθη επειδή διακόσμησε το φράχτη με μια πιο ακριβή περιγραφή του τι συνέβη πριν 75 χρόνια. Στο αστυνομικό τμήμα, όπως μου είπε με χαμόγελο, επέμεινε οι αστυνομικοί να γράψουν στην κατάθεση όλη τη λίστα των αντιρρήσεών του για το μνημείο.
Δεν είναι μόνο οι στρεβλές εκδοχές για το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο που σημαδεύουν την ουγγρική ιστορία. Η συνθήκη του Τριανόν που υπογράφθηκε το 1920, κατοχύρωσε την ειρήνη μεταξύ της Ουγγαρίας και των συμμαχικών δυνάμεων της Αντάντ μετά τον Α’ Παγκόσμιο. Ήταν μέρος του τέλους της αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας και από την πλευρά των Ούγγρων το αφήγημα είναι ότι έχασαν τα 2/3 της χώρας τους (οι λαοί που κέρδισαν την ανεξαρτησία τους ως αποτέλεσμα της συνθήκης αυτής, έχουν κάπως διαφορετική αφήγηση).
Ο Ολίβιο Κόκσις Κέικ είναι ο πρώτος μαύρος βουλευτής στη χώρα και ο επικεφαλής του Διαλόγου για την Ουγγαρία, μέλος του Πράσινου Ευρωπαϊκού Κόμματος. Μου είπε ότι μεγάλο μέρος της ρητορικής του Ορμπάν επικεντρώνεται στην ιστορία και ιδιαίτερα στην αδικία της συνθήκης του Τριανόν. Καθώς μιλούσε ακάθεκτος στα αγγλικά, ο βοηθός του παρενέβη και του είπε στα ουγγρικά να διευκρινίσει ότι όντως η συνθήκη ήταν άδικη, πράγμα που ο βουλευτής έκανε δεόντως. Ακόμα και το Πράσινο Κόμμα της Ουγγαρίας δεν τολμά να υποστηρίξει μια συνθήκη ενός αιώνα, που έδωσε μια κάποια αυτοδιάθεση στους Σλοβάκους, τους Κροάτες και τους Ρουμάνους.
Στη συνέχεια, κατευθυνθήκαμε μαζί με έναν ούγγρο φίλο στο Μίσκλοτς, που βρίσκεται στα βορειο-ανατολικά της χώρας. Ο οδηγός που μας πήγε εκεί, ένας αστυνομικός εκτός υπηρεσίας, μας μιλούσε σε όλη τη διαδρομή για τους Ρομά στην πόλη. Η κυβέρνηση, μας είπε, έχει υποσχεθεί να τους διώξει από τα σπίτια τους στους «αριθμημένους δρόμους». Αλλά πιστεύει ότι το λένε μόνο και μόνο για να πάρουν ψήφους και ότι δεν θα το υλοποιήσουν. Οι Ρομά, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι όλοι εγκληματίες. Μιλούσε για παιδιά που μεγαλώνουν με μανάδες «που έχουν τρεις διαφορετικούς εραστές». Δεν το έλεγε με μίσος, αλλά με τον τετριμμένο κοινωνικό αυτοματισμό, υποστηρίζοντας ότι είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι ανατρέφονται κατά αυτόν τον τρόπο. Η τελική λύση για τον ίδιο θα ήταν να πάρουν τα παιδιά από τους γονείς τους και να τα αναγκάσουν να μπουν και να μεγαλώσουν σε οικοτροφεία.
Ο Γιόζεφ Τσέντες, ένας ρομά κοινωνιολόγος και ακτιβιστής της περιοχής, μας είπε αυθόρμητα ότι φοβάται πως η κυβέρνηση θα πάρει όντως τα παιδιά από τους γονείς τους. «Δεν θέλουμε να έχουμε την ίδια τύχη με τους ιθαγενείς Αμερικάνους», τόνισε, αν και αργότερα υποβάθμισε την πιθανότητα να συμβεί κάτι τέτοιο. Ρομά παιδιά σε μια αίθουσα σχολείου με έβαλαν να χορέψουμε με βιντεάκια «τσιγγάνικης μουσικής», όπως την αποκαλούν (o όρος είναι αμφισβητήσιμος, αλλά τον έχουν ενστερνιστεί), από το YouTube. Μου έλεγαν πώς τα υποχρεώνουν να μπαίνουν στα μπροστά βαγόνια του τραμ, ώστε να γίνεται έλεγχος των εισιτηρίων τους, ενώ όλοι οι άλλοι επιβιβάζονται σε όποιο βαγόνι θέλουν. Μερικά από τα παιδιά που οι οικογένειές τους είναι στη Σλοβακία μού έδειξαν βίντεο όπου τα σλοβάκικα ΜΑΤ επιτίθενται στους χωριό τους και ξυλοκοπούν τους Ρομά κατοίκους.
Ο Ορμπάν —που περιγράφεται ως δικτάτορας από πολλούς Ούγγρους— έχει αυξήσει την αντιμεταναστευτική ρητορική του τα τελευταία χρόνια. Αλλά σε μία χώρα που σχεδόν δεν δέχεται ρεύματα μετανάστευσης, το πραγματικό νόημα είναι ξεκάθαρο. Όπως οι επιθέσεις του κατά του Τζορζ Σόρος είναι ένα κωδικοποιημένος αντισημιτισμός, έτσι και οι «μετανάστες» σημαίνουν στην πραγματικότητα «Ρομά».
Η αυστριακή θυματοποίηση
Στη Βιέννη πήρα μια γεύση από το νέο μουσείο που βοηθά τους αυστριακούς να μάθουν μια πιο ακριβή εκδοχή της ιστορίας από αυτή που έχουν διδαχτεί μέχρι τώρα. Η χώρα εδώ και χρόνια αρέσκεται να εμφανίζεται σαν το πρώτο θύμα του ναζισμού. Η πραγματικότητα, όμως, είναι ότι είχε ένα φασίστα ηγέτη, τον Ένγκελμπερτ Ντόλφους, πριν τον «καθαρίσει» ο Χίτλερ, και όπως αποδεικνύει το φωτογραφικό υλικό που εκτίθεται στο νέο μουσείο, ο φύρερ έγινε δεκτός στη Βιέννη από πλήθος κόσμου που φώναζε το ναζιστικό σύνθημα «Sieg Heil» (Ζήτω η Νίκη). Αυστριακές είχαν ράψει σημαίες με τη σβάστικα και τα παιδιά έπαιζαν ένα επιτραπέζιο παιχνίδι που λεγόταν «σκότωσε τους Εβραίους». Μια αναπαράσταση του Δούρειου Ίππου στο κέντρο της έκθεσης έχει στόχο να υπενθυμίσει ότι το ψέμα πως ο ναζισμός είχε επιβληθεί στη χώρα, επέτρεψε στους αυστριακούς ναζιστές να τη γλυτώσουν, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που φασίστες του Β’ Παγκοσμίου μετείχαν στις κυβερνήσεις της Αυστρίας επί τέσσερις δεκαετίες μετά τον πόλεμο.
Σήμερα που η Αυστρία κυβερνάται από ένα συνασπισμό μεταξύ του συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος και του ακροδεξιού Κόμματος της Ελευθερίας, η μάχη για το παρελθόν έχει γίνει επιτακτική. Το Κόμμα της Ελευθερίας ιδρύθηκε από (πρώην) ναζί τη δεκαετία του ’50 και τα μέλη του φορούσαν άνθη μπλε κενταύριου μέχρι και ένα μήνα πριν τις εκλογές πέρυσι. Τη δεκαετία του ’30 οι αυστριακοί ναζιστές φορούσαν το συγκεκριμένο λουλούδι για να αναγνωρίζονται μεταξύ τους, αν και το αντιμεταναστευτικό κόμμα που ιδρύθηκε από τους ναζί αρέσκεται να υποκρίνεται ότι πρόκειται για σύμπτωση.
Στην εβδομαδιαία, όμως, διαμαρτυρία κατά των κυβερνώντων κομμάτων, ο κόσμος συζητούσε περισσότερο για το παρόν και το μέλλον. Ένας περιβαλλοντολόγος του τοπικού πανεπιστημίου περιέγραψε πώς η λήψη αυστηρών μέτρων κατά των ΜΚΟ θέτει σε κίνδυνο τις λίμνες και τα ποτάμια. Ένας μαύρος νεαρός μίλησε για τις επιπτώσεις στους πρόσφυγες, μία δασκάλα για την ανησυχία της σχετικά με τις περικοπές των δημόσιων δαπανών, ένας ανάπηρος για την επίθεση κατά των δικαιωμάτων των ΑμεΑ και μία από τους διοργανωτές για το πώς ο μισογυνισμός της ακροδεξιάς προσπαθεί να κλείσει τις γυναίκες πάλι στο σπίτι και πώς η αντίσταση είναι φεμινιστική.
Ιταλικές αναμνήσεις…
Στο Τορίνο επισκέφθηκα τους παλιούς στάβλους της ιταλικής βασιλικής οικογένειας, όπου ένας κορυφαίος δικηγόρος μιλούσε για τους προτεινόμενους αντιμεταναστευτικούς νόμους της νέας κυβέρνησης σε ένα αμφιθέατρο γεμάτο από φοιτητές. Μίλησα με μια νεαρή καλλιτέχνιδα που έκανε ένα διάλειμμα από τη διάλεξη, καθώς οι ιστορίες που εξιστορούνταν ήταν τρομακτικές. Όταν τη ρώτησα για τη συμμετοχή της ακροδεξιάς Λέγκας του Βορρά στην κυβέρνηση κι αυτής η απάντηση επικεντρώθηκε στο πώς οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται την ιστορία. Στην Ιταλία, πιστεύει, η ευθύνη για το φασισμό έχει αποδοθεί σε έναν άνδρα μόνο, τον Μουσολίνι. Αντί να προσπαθήσουν να αντιταχθούν στις σκοτεινές πτυχές της εθνικής τους μυθολογίας, πολλοί άνθρωποι στη χώρα είναι ικανοποιημένοι με το να εστιάζουν σε ένα πρόσωπο που έχει χαθεί εδώ και καιρό. Το αποτέλεσμα, τονίζει, είναι ότι πολλοί νέοι δεν αντιλαμβάνονται το φασισμό ως πραγματική, ζωντανή απειλή.
Αργότερα εκείνη την εβδομάδα, στο στούντιο ενός πειρατικού ραδιοσταθμού, συζήτησα με έναν εργάτη αμπελώνα που μου είπε ότι είναι κομμουνιστής, αλλά οι γονείς τους και πολλοί φίλοι του είναι φασίστες. Η πρώτη μου ερώτηση ήταν «τι εννοούν όταν λένε ότι είναι φασίστες;» και πάλι η απάντηση που πήρα ήταν σχετικά με την κατανόηση του παρελθόντος, μια εκδοχή της ιστορίας και πώς αυτή διαμορφώνει τα πολιτισμικά πιστεύω.
Μέσα σε μια εβδομάδα στην Ιταλία πολλοί άνθρωποι μού μίλησαν για τη ξαφνική εμφάνιση του ρατσισμού ενάντια στους μαύρους και πώς άτομα που παλιότερα δεν τους φαίνονταν φανατικά, άρχισαν να χρησιμοποιούν την αντίστοιχη ιταλική λέξη του «αράπη». Ένας νέος μπάρμαν σε ένα χωριό στις Άλπεις (όπου υπήρχαν μόνο λευκοί) περιέγραφε πως «οι ηλικιωμένοι μισούν τους μαύρους» και πως βλέποντας την κάλυψη των μίντια για τη μετανάστευση από τη Βόρεια Αφρική «έγιναν ρατσιστές».
… και η «χρυσή εποχή» της Γαλλίας
Στο Παρίσι συζήτησα με την πολιτική διοργανώτρια Maïder Piola-Urtizberea για την εμμονή της Μαρί Λεπέν με τη γαλλική «χρυσή εποχή» —μια εποχή που ποτέ δεν προσδιορίζεται ακριβώς, σύμφωνα με την ίδια. Και όπως στην Ιταλία, την Αυστρία και την Ουγγαρία, ο Β’ Παγκόσμιος έχει διαδραματίσει μεγάλο ρόλο στο πολιτικό αφήγημα της γαλλικής ακροδεξιάς. Ο πατέρας της Λεπέν, και προκάτοχος της ηγεσίας του κόμματος, είχε καταδικαστεί ως αρνητής του Ολοκαυτώματος και κατά τη διάρκεια των εκλογών του 2017 η Λεπέν και ο Εμανουέλ Μακρόν είχαν αντιπαρατεθεί σκληρά για το ζήτημα της γαλλικής ευθύνης για τη σύλληψη και μεταγωγή 13.000 γάλλων εβραίων στα στρατόπεδα θανάτου κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Η μάχη για την ιστορία
Κατά τη διάρκεια αυτών των εκλογών ο Μακρόν επισκέφθηκε την Αλγερία και απαίτησε την απολογία του γαλλικού κράτους για «τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας», όπως τα αποκάλεσε αργότερα, που διέπραξε όταν η Αλγερία ήταν αποικία. Μια ιστορία που επανεμφανίζεται όσο επανέρχονται οι συζητήσεις για τη μετανάστευση.
Στο Τορίνο υπάρχει μουσείο αφιερωμένο στην αντίσταση κατά του φασισμού. Είναι μια συλλογή από βίντεο-μαρτυρίες που αφηγούνται τις εμπειρίες των ανθρώπων κατά τη διάρκεια του πολέμου. Κατά πλειοψηφία πρόκειται για παρτιζάνους ή ανθρώπους που ήταν κατά του πολέμου, αλλά και για ένα άνδρα που ήταν έφηβος υποστηρικτής του Μουσολίνι. Από την έκθεση δύσκολα φεύγεις με την καθησυχαστική πεποίθηση ότι ο Μουσολίνι ήταν ο μόνος φασίστας στην Ιταλία.
Στην Ουγγαρία, μπροστά στην πιο καταπιεστική κυβέρνηση της ΕΕ, οι άνθρωποι διαμαρτύρονται για τη στρέβλωση της ιστορίας. Όπως και στην Ιταλία, η Αυστρία έχει μουσείο αφιερωμένο στις λιγότερο ελκτικές εκδοχές του παρελθόντος της χώρας.
Στόχος, όμως, του ταξιδιού στην Ευρώπη δεν ήταν να δω τα αξιοθέατα και να εστιάσω στα εκεί προβλήματα. Στόχος ήταν να μελετήσω πώς η Βρετανία πρέπει να απαντήσει στην άνοδο της δικής της ακροδεξιάς. Και μάλλον το πιο εντυπωσιακό ήταν πως, αν και καμία βρετανική κυβέρνηση δεν είχε επιβάλλει το φασισμό, ο αυτοκρατορικός ρεβιζιονισμός και οι εθνικιστικές ανοησίες διαπερνούν σχεδόν όλους τους επίσημους ιστορικούς θεσμούς, όχι επειδή ψεύδονται, αλλά εξαιτίας των αληθειών που δεν λένε.
Αυτό συμβαίνει με τα σχολικά βιβλία και τα μιντιακά αφηγήματα. Αξίζει, όμως, να σταθούμε και στην αποτυχία της μουσειολογίας στη χώρα. Αν και στο Λίβερπουλ υπάρχει μουσείο κατά της δουλείας, δεν υπάρχουν εκθέματα για τη γενοκτονία που διέπραξαν οι βρετανοί αποικιοκράτες στη Τασμανία. Από πού μπορεί να μάθει κάποιος για τον ιρλανδικό λιμό, το λιμό της Βεγγάλης, για τη λεηλασία της Περσίας, για τον ευνουχισμό των Μάο Μάο και τη λεηλασία της Ινδίας; Για τον Πρώτο Πόλεμο του Οπίου; Για τα βασανιστήρια στην Υεμένη; Για τη βία στην Κύπρο; Για την εισβολή στη Νέα Ζηλανδία; Για τη μεταχείριση των Καναδών από τους Βρετανούς;
Υπάρχουν ιστορίες για το πώς η Βρετανία έγινε πλούσια, για το πώς έγινε αυτό που είναι, και παρόλα αυτά δεν καταγράφονται σχεδόν καθόλου από την πλειοψηφία των γκαλερί, των δημόσιων εκθέσεων και των μουσείων της χώρας. Στο Αυτοκρατορικό Πολεμικό Μουσείο δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα για τους αυτοκρατορικούς πολέμους, αλλά υπάρχουν άπειρα εκθέματα από το Β’ Παγκόσμιο, τη μόνη στιγμή δηλαδή που η Βρετανία μπορεί να υποστηρίξει ότι ήταν «η καλή πλευρά». Στο Βρετανικό Μουσείο υπάρχουν άπειρα λάφυρα που εκτίθενται περήφανα, σαν να μην πρόκειται για λεηλασία. Αντίστοιχα, όλες οι μεγάλες πόλεις κοσμούνται από αγάλματα αυτοκρατορικών κακοποιών.
Η σύγχρονη βρετανική ιστορία είναι ένα αφήγημα για το πώς αυτό το αρχιπέλαγος αναδύεται από τη σκιά μιας αυτοκρατορίας. Όμοια με την Ουγγαρία, την Ιταλία, την Αυστρία και τη Γαλλία, το αν θα κατευθυνθούμε προς το φως, θα εξαρτηθεί από το πώς αντιλαμβανόμαστε τη διαδρομή μας μέχρι σήμερα. Ο φασισμός είναι μια εκδοχή της ιστορίας. Ο αγώνας κατά του φασισμού είναι μια μάχη για το ποιο ήταν το παρελθόν και είναι καιρός η Βρετανία να αρχίσει να λέει όλη την αλήθεια.
*Ο Adam Ramsay είναι εκ των αρχισυντακτών του OpenDemocracy.UK
Πηγή: commonality.gr
Οι φασίστες έχουν εμμονή με την ιστορία. Η ιδεολογία τους είναι περισσότερο ένα παραμύθι για την ταυτότητα και το παρελθόν, παρά μια οικονομική θεωρία ή μια θεωρία για το μέλλον. Αποτελείται από μισές αλήθειες για μεγαλειώδεις νίκες και βάναυσες αδικίες, περιστρέφεται γύρω από εθνικούς μύθους περί υπεροχής και αγώνα και χρησιμοποιείται σαν επίδεσμος για πληγωμένους εγωισμούς σε δύσκολες εποχές. Ο φασισμός είναι μια ιστορία που μαθαίνεται στην παιδική ηλικία και ο αγώνας ενάντια στο φασισμό είναι μια μάχη αλήθειας για το παρελθόν.
Στην Ουγγαρία, στην πρώτη γραμμή αυτού του αγώνα βρέθηκε για λίγο ο Κάλμαν Σούτο, ένας άστεγο πρώην οδηγός φορτηγού, που πουλάει το περιοδικό δρόμου της χώρας έξω από το επίχρυσο εθνικό κοινοβούλιο. Όταν η κυβέρνηση του Βίκτορ Ορμπάν ανήγειρε ένα μνημείο «για τα θύματα του ναζισμού» κοντά στην περιοχή που κινείται ο Κάλμαν, ο ίδιος έφτιαξε ένα πλακάτ που έγραφε: «ο Χόρτι ήταν ο μεγαλύτερος ναζιστής όλων!» και το υπέγραψε ως «Κάλμαν ο ιστορικός». Η εικονογράφηση στο μνημείο υπαινίσσεται ότι ολόκληρη η Ουγγαρία ήταν θύμα του ναζισμού, παραποιώντας την ιστορική πραγματικότητα ότι η χώρα υπό τον Μίκλος Χόρτι ήταν ήδη φασιστική.
Η αναθεώρηση της εθνικής ιστορίας του Β’ Παγκοσμίου με στόχο να παρουσιάσει το ουγγρικό κράτος σαν θύμα της ναζιστικής επιθετικότητας αντί ως δολοφόνο Εβραίων, Ρομά, ΛΟΑΤΚΙ ατόμων, αναπήρων, κομμουνιστών και συνδικαλιστών, επιτρέπει στο καθεστώς του Ορμπάν να αγνοήσει τα πραγματικά μαθήματα της ιστορίας, και για μια ακόμη φορά να χαράξει διαχωριστικές γραμμές συμμετοχής στο εθνικό υποκείμενο, προωθώντας το μίσος ενάντια ακριβώς σε αυτές τις κοινωνικές ομάδες.
Οι αντιδράσεις για αυτή την αναθεώρηση της ιστορίας ήταν τόσο μεγάλες που ο Ορμπάν φοβήθηκε, σύμφωνα με τον Σούτο. Ο μεταμοντέρνος δικτάτορας της Ουγγαρίας έβαλε κιγκλίδωμα γύρω από το μνημείο του ψεύτικου παρελθόντος και ο άστεγος ιστορικός τελικά συνελήφθη επειδή διακόσμησε το φράχτη με μια πιο ακριβή περιγραφή του τι συνέβη πριν 75 χρόνια. Στο αστυνομικό τμήμα, όπως μου είπε με χαμόγελο, επέμεινε οι αστυνομικοί να γράψουν στην κατάθεση όλη τη λίστα των αντιρρήσεών του για το μνημείο.
Δεν είναι μόνο οι στρεβλές εκδοχές για το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο που σημαδεύουν την ουγγρική ιστορία. Η συνθήκη του Τριανόν που υπογράφθηκε το 1920, κατοχύρωσε την ειρήνη μεταξύ της Ουγγαρίας και των συμμαχικών δυνάμεων της Αντάντ μετά τον Α’ Παγκόσμιο. Ήταν μέρος του τέλους της αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας και από την πλευρά των Ούγγρων το αφήγημα είναι ότι έχασαν τα 2/3 της χώρας τους (οι λαοί που κέρδισαν την ανεξαρτησία τους ως αποτέλεσμα της συνθήκης αυτής, έχουν κάπως διαφορετική αφήγηση).
Ο Ολίβιο Κόκσις Κέικ είναι ο πρώτος μαύρος βουλευτής στη χώρα και ο επικεφαλής του Διαλόγου για την Ουγγαρία, μέλος του Πράσινου Ευρωπαϊκού Κόμματος. Μου είπε ότι μεγάλο μέρος της ρητορικής του Ορμπάν επικεντρώνεται στην ιστορία και ιδιαίτερα στην αδικία της συνθήκης του Τριανόν. Καθώς μιλούσε ακάθεκτος στα αγγλικά, ο βοηθός του παρενέβη και του είπε στα ουγγρικά να διευκρινίσει ότι όντως η συνθήκη ήταν άδικη, πράγμα που ο βουλευτής έκανε δεόντως. Ακόμα και το Πράσινο Κόμμα της Ουγγαρίας δεν τολμά να υποστηρίξει μια συνθήκη ενός αιώνα, που έδωσε μια κάποια αυτοδιάθεση στους Σλοβάκους, τους Κροάτες και τους Ρουμάνους.
Στη συνέχεια, κατευθυνθήκαμε μαζί με έναν ούγγρο φίλο στο Μίσκλοτς, που βρίσκεται στα βορειο-ανατολικά της χώρας. Ο οδηγός που μας πήγε εκεί, ένας αστυνομικός εκτός υπηρεσίας, μας μιλούσε σε όλη τη διαδρομή για τους Ρομά στην πόλη. Η κυβέρνηση, μας είπε, έχει υποσχεθεί να τους διώξει από τα σπίτια τους στους «αριθμημένους δρόμους». Αλλά πιστεύει ότι το λένε μόνο και μόνο για να πάρουν ψήφους και ότι δεν θα το υλοποιήσουν. Οι Ρομά, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι όλοι εγκληματίες. Μιλούσε για παιδιά που μεγαλώνουν με μανάδες «που έχουν τρεις διαφορετικούς εραστές». Δεν το έλεγε με μίσος, αλλά με τον τετριμμένο κοινωνικό αυτοματισμό, υποστηρίζοντας ότι είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι ανατρέφονται κατά αυτόν τον τρόπο. Η τελική λύση για τον ίδιο θα ήταν να πάρουν τα παιδιά από τους γονείς τους και να τα αναγκάσουν να μπουν και να μεγαλώσουν σε οικοτροφεία.
Ο Γιόζεφ Τσέντες, ένας ρομά κοινωνιολόγος και ακτιβιστής της περιοχής, μας είπε αυθόρμητα ότι φοβάται πως η κυβέρνηση θα πάρει όντως τα παιδιά από τους γονείς τους. «Δεν θέλουμε να έχουμε την ίδια τύχη με τους ιθαγενείς Αμερικάνους», τόνισε, αν και αργότερα υποβάθμισε την πιθανότητα να συμβεί κάτι τέτοιο. Ρομά παιδιά σε μια αίθουσα σχολείου με έβαλαν να χορέψουμε με βιντεάκια «τσιγγάνικης μουσικής», όπως την αποκαλούν (o όρος είναι αμφισβητήσιμος, αλλά τον έχουν ενστερνιστεί), από το YouTube. Μου έλεγαν πώς τα υποχρεώνουν να μπαίνουν στα μπροστά βαγόνια του τραμ, ώστε να γίνεται έλεγχος των εισιτηρίων τους, ενώ όλοι οι άλλοι επιβιβάζονται σε όποιο βαγόνι θέλουν. Μερικά από τα παιδιά που οι οικογένειές τους είναι στη Σλοβακία μού έδειξαν βίντεο όπου τα σλοβάκικα ΜΑΤ επιτίθενται στους χωριό τους και ξυλοκοπούν τους Ρομά κατοίκους.
Ο Ορμπάν —που περιγράφεται ως δικτάτορας από πολλούς Ούγγρους— έχει αυξήσει την αντιμεταναστευτική ρητορική του τα τελευταία χρόνια. Αλλά σε μία χώρα που σχεδόν δεν δέχεται ρεύματα μετανάστευσης, το πραγματικό νόημα είναι ξεκάθαρο. Όπως οι επιθέσεις του κατά του Τζορζ Σόρος είναι ένα κωδικοποιημένος αντισημιτισμός, έτσι και οι «μετανάστες» σημαίνουν στην πραγματικότητα «Ρομά».
Η αυστριακή θυματοποίηση
Στη Βιέννη πήρα μια γεύση από το νέο μουσείο που βοηθά τους αυστριακούς να μάθουν μια πιο ακριβή εκδοχή της ιστορίας από αυτή που έχουν διδαχτεί μέχρι τώρα. Η χώρα εδώ και χρόνια αρέσκεται να εμφανίζεται σαν το πρώτο θύμα του ναζισμού. Η πραγματικότητα, όμως, είναι ότι είχε ένα φασίστα ηγέτη, τον Ένγκελμπερτ Ντόλφους, πριν τον «καθαρίσει» ο Χίτλερ, και όπως αποδεικνύει το φωτογραφικό υλικό που εκτίθεται στο νέο μουσείο, ο φύρερ έγινε δεκτός στη Βιέννη από πλήθος κόσμου που φώναζε το ναζιστικό σύνθημα «Sieg Heil» (Ζήτω η Νίκη). Αυστριακές είχαν ράψει σημαίες με τη σβάστικα και τα παιδιά έπαιζαν ένα επιτραπέζιο παιχνίδι που λεγόταν «σκότωσε τους Εβραίους». Μια αναπαράσταση του Δούρειου Ίππου στο κέντρο της έκθεσης έχει στόχο να υπενθυμίσει ότι το ψέμα πως ο ναζισμός είχε επιβληθεί στη χώρα, επέτρεψε στους αυστριακούς ναζιστές να τη γλυτώσουν, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που φασίστες του Β’ Παγκοσμίου μετείχαν στις κυβερνήσεις της Αυστρίας επί τέσσερις δεκαετίες μετά τον πόλεμο.
Σήμερα που η Αυστρία κυβερνάται από ένα συνασπισμό μεταξύ του συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος και του ακροδεξιού Κόμματος της Ελευθερίας, η μάχη για το παρελθόν έχει γίνει επιτακτική. Το Κόμμα της Ελευθερίας ιδρύθηκε από (πρώην) ναζί τη δεκαετία του ’50 και τα μέλη του φορούσαν άνθη μπλε κενταύριου μέχρι και ένα μήνα πριν τις εκλογές πέρυσι. Τη δεκαετία του ’30 οι αυστριακοί ναζιστές φορούσαν το συγκεκριμένο λουλούδι για να αναγνωρίζονται μεταξύ τους, αν και το αντιμεταναστευτικό κόμμα που ιδρύθηκε από τους ναζί αρέσκεται να υποκρίνεται ότι πρόκειται για σύμπτωση.
Στην εβδομαδιαία, όμως, διαμαρτυρία κατά των κυβερνώντων κομμάτων, ο κόσμος συζητούσε περισσότερο για το παρόν και το μέλλον. Ένας περιβαλλοντολόγος του τοπικού πανεπιστημίου περιέγραψε πώς η λήψη αυστηρών μέτρων κατά των ΜΚΟ θέτει σε κίνδυνο τις λίμνες και τα ποτάμια. Ένας μαύρος νεαρός μίλησε για τις επιπτώσεις στους πρόσφυγες, μία δασκάλα για την ανησυχία της σχετικά με τις περικοπές των δημόσιων δαπανών, ένας ανάπηρος για την επίθεση κατά των δικαιωμάτων των ΑμεΑ και μία από τους διοργανωτές για το πώς ο μισογυνισμός της ακροδεξιάς προσπαθεί να κλείσει τις γυναίκες πάλι στο σπίτι και πώς η αντίσταση είναι φεμινιστική.
Στο Τορίνο επισκέφθηκα τους παλιούς στάβλους της ιταλικής βασιλικής οικογένειας, όπου ένας κορυφαίος δικηγόρος μιλούσε για τους προτεινόμενους αντιμεταναστευτικούς νόμους της νέας κυβέρνησης σε ένα αμφιθέατρο γεμάτο από φοιτητές. Μίλησα με μια νεαρή καλλιτέχνιδα που έκανε ένα διάλειμμα από τη διάλεξη, καθώς οι ιστορίες που εξιστορούνταν ήταν τρομακτικές. Όταν τη ρώτησα για τη συμμετοχή της ακροδεξιάς Λέγκας του Βορρά στην κυβέρνηση κι αυτής η απάντηση επικεντρώθηκε στο πώς οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται την ιστορία. Στην Ιταλία, πιστεύει, η ευθύνη για το φασισμό έχει αποδοθεί σε έναν άνδρα μόνο, τον Μουσολίνι. Αντί να προσπαθήσουν να αντιταχθούν στις σκοτεινές πτυχές της εθνικής τους μυθολογίας, πολλοί άνθρωποι στη χώρα είναι ικανοποιημένοι με το να εστιάζουν σε ένα πρόσωπο που έχει χαθεί εδώ και καιρό. Το αποτέλεσμα, τονίζει, είναι ότι πολλοί νέοι δεν αντιλαμβάνονται το φασισμό ως πραγματική, ζωντανή απειλή.
Αργότερα εκείνη την εβδομάδα, στο στούντιο ενός πειρατικού ραδιοσταθμού, συζήτησα με έναν εργάτη αμπελώνα που μου είπε ότι είναι κομμουνιστής, αλλά οι γονείς τους και πολλοί φίλοι του είναι φασίστες. Η πρώτη μου ερώτηση ήταν «τι εννοούν όταν λένε ότι είναι φασίστες;» και πάλι η απάντηση που πήρα ήταν σχετικά με την κατανόηση του παρελθόντος, μια εκδοχή της ιστορίας και πώς αυτή διαμορφώνει τα πολιτισμικά πιστεύω.
Μέσα σε μια εβδομάδα στην Ιταλία πολλοί άνθρωποι μού μίλησαν για τη ξαφνική εμφάνιση του ρατσισμού ενάντια στους μαύρους και πώς άτομα που παλιότερα δεν τους φαίνονταν φανατικά, άρχισαν να χρησιμοποιούν την αντίστοιχη ιταλική λέξη του «αράπη». Ένας νέος μπάρμαν σε ένα χωριό στις Άλπεις (όπου υπήρχαν μόνο λευκοί) περιέγραφε πως «οι ηλικιωμένοι μισούν τους μαύρους» και πως βλέποντας την κάλυψη των μίντια για τη μετανάστευση από τη Βόρεια Αφρική «έγιναν ρατσιστές».
… και η «χρυσή εποχή» της Γαλλίας
Στο Παρίσι συζήτησα με την πολιτική διοργανώτρια Maïder Piola-Urtizberea για την εμμονή της Μαρί Λεπέν με τη γαλλική «χρυσή εποχή» —μια εποχή που ποτέ δεν προσδιορίζεται ακριβώς, σύμφωνα με την ίδια. Και όπως στην Ιταλία, την Αυστρία και την Ουγγαρία, ο Β’ Παγκόσμιος έχει διαδραματίσει μεγάλο ρόλο στο πολιτικό αφήγημα της γαλλικής ακροδεξιάς. Ο πατέρας της Λεπέν, και προκάτοχος της ηγεσίας του κόμματος, είχε καταδικαστεί ως αρνητής του Ολοκαυτώματος και κατά τη διάρκεια των εκλογών του 2017 η Λεπέν και ο Εμανουέλ Μακρόν είχαν αντιπαρατεθεί σκληρά για το ζήτημα της γαλλικής ευθύνης για τη σύλληψη και μεταγωγή 13.000 γάλλων εβραίων στα στρατόπεδα θανάτου κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Η μάχη για την ιστορία
Κατά τη διάρκεια αυτών των εκλογών ο Μακρόν επισκέφθηκε την Αλγερία και απαίτησε την απολογία του γαλλικού κράτους για «τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας», όπως τα αποκάλεσε αργότερα, που διέπραξε όταν η Αλγερία ήταν αποικία. Μια ιστορία που επανεμφανίζεται όσο επανέρχονται οι συζητήσεις για τη μετανάστευση.
Στο Τορίνο υπάρχει μουσείο αφιερωμένο στην αντίσταση κατά του φασισμού. Είναι μια συλλογή από βίντεο-μαρτυρίες που αφηγούνται τις εμπειρίες των ανθρώπων κατά τη διάρκεια του πολέμου. Κατά πλειοψηφία πρόκειται για παρτιζάνους ή ανθρώπους που ήταν κατά του πολέμου, αλλά και για ένα άνδρα που ήταν έφηβος υποστηρικτής του Μουσολίνι. Από την έκθεση δύσκολα φεύγεις με την καθησυχαστική πεποίθηση ότι ο Μουσολίνι ήταν ο μόνος φασίστας στην Ιταλία.
Στην Ουγγαρία, μπροστά στην πιο καταπιεστική κυβέρνηση της ΕΕ, οι άνθρωποι διαμαρτύρονται για τη στρέβλωση της ιστορίας. Όπως και στην Ιταλία, η Αυστρία έχει μουσείο αφιερωμένο στις λιγότερο ελκτικές εκδοχές του παρελθόντος της χώρας.
Στόχος, όμως, του ταξιδιού στην Ευρώπη δεν ήταν να δω τα αξιοθέατα και να εστιάσω στα εκεί προβλήματα. Στόχος ήταν να μελετήσω πώς η Βρετανία πρέπει να απαντήσει στην άνοδο της δικής της ακροδεξιάς. Και μάλλον το πιο εντυπωσιακό ήταν πως, αν και καμία βρετανική κυβέρνηση δεν είχε επιβάλλει το φασισμό, ο αυτοκρατορικός ρεβιζιονισμός και οι εθνικιστικές ανοησίες διαπερνούν σχεδόν όλους τους επίσημους ιστορικούς θεσμούς, όχι επειδή ψεύδονται, αλλά εξαιτίας των αληθειών που δεν λένε.
Αυτό συμβαίνει με τα σχολικά βιβλία και τα μιντιακά αφηγήματα. Αξίζει, όμως, να σταθούμε και στην αποτυχία της μουσειολογίας στη χώρα. Αν και στο Λίβερπουλ υπάρχει μουσείο κατά της δουλείας, δεν υπάρχουν εκθέματα για τη γενοκτονία που διέπραξαν οι βρετανοί αποικιοκράτες στη Τασμανία. Από πού μπορεί να μάθει κάποιος για τον ιρλανδικό λιμό, το λιμό της Βεγγάλης, για τη λεηλασία της Περσίας, για τον ευνουχισμό των Μάο Μάο και τη λεηλασία της Ινδίας; Για τον Πρώτο Πόλεμο του Οπίου; Για τα βασανιστήρια στην Υεμένη; Για τη βία στην Κύπρο; Για την εισβολή στη Νέα Ζηλανδία; Για τη μεταχείριση των Καναδών από τους Βρετανούς;
Υπάρχουν ιστορίες για το πώς η Βρετανία έγινε πλούσια, για το πώς έγινε αυτό που είναι, και παρόλα αυτά δεν καταγράφονται σχεδόν καθόλου από την πλειοψηφία των γκαλερί, των δημόσιων εκθέσεων και των μουσείων της χώρας. Στο Αυτοκρατορικό Πολεμικό Μουσείο δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα για τους αυτοκρατορικούς πολέμους, αλλά υπάρχουν άπειρα εκθέματα από το Β’ Παγκόσμιο, τη μόνη στιγμή δηλαδή που η Βρετανία μπορεί να υποστηρίξει ότι ήταν «η καλή πλευρά». Στο Βρετανικό Μουσείο υπάρχουν άπειρα λάφυρα που εκτίθενται περήφανα, σαν να μην πρόκειται για λεηλασία. Αντίστοιχα, όλες οι μεγάλες πόλεις κοσμούνται από αγάλματα αυτοκρατορικών κακοποιών.
Η σύγχρονη βρετανική ιστορία είναι ένα αφήγημα για το πώς αυτό το αρχιπέλαγος αναδύεται από τη σκιά μιας αυτοκρατορίας. Όμοια με την Ουγγαρία, την Ιταλία, την Αυστρία και τη Γαλλία, το αν θα κατευθυνθούμε προς το φως, θα εξαρτηθεί από το πώς αντιλαμβανόμαστε τη διαδρομή μας μέχρι σήμερα. Ο φασισμός είναι μια εκδοχή της ιστορίας. Ο αγώνας κατά του φασισμού είναι μια μάχη για το ποιο ήταν το παρελθόν και είναι καιρός η Βρετανία να αρχίσει να λέει όλη την αλήθεια.
*Ο Adam Ramsay είναι εκ των αρχισυντακτών του OpenDemocracy.UK
Πηγή: commonality.gr
Σχόλια