ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ: «Ποιος δεν θέλει την ιστορική μνήμη;»
Με αφορμή την ταινία του Παντελή Βούλγαρη «Ψυχή βαθιά» για τον Εμφύλιο, ο Μίκης Θεοδωράκης θυμάται όσα ένωναν και χώρισαν τις δύο πλευρές
Η Ελλάδα απελευθερώθηκε τον Οκτώβριο του 1944. Με τις Συμφωνίες στον Λίβανο σχηματίσθηκε Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου, που λίγο μετά την αποχώρηση των Γερμανών ήρθε στην Αθήνα. Ο λαός μας, που ήδη γιόρταζε τη νεογέννητη Ελευθερία του, την υποδέχθηκε με ενθουσιασμό, όπως με την ίδια συγκίνηση και χαρά χειροκροτούσε και ζητωκραύγαζε τα πρώτα αγγλικά στρατεύματα, καθώς προχωρούσαν στη Λεωφόρο Συγγρού. Μια νέα ηλιόλουστη εποχή πιστεύαμε όλοι ότι ξεκινούσε για την πατρίδα μας, που θα την ξαναχτίζαμε όλοι μαζί ενωμένοι. Ώσπου οι Άγγλοι άρχισαν λίγο λίγο να ροκανίζουνε τις Συμφωνίες και να μας οδηγούν στην εμφύλια διαίρεση. Όποιος λέει ότι την αρχή την κάνανε οι Εαμίτες με τα Δεκεμβριανά, γιατί τάχα θέλανε να κατακτήσουν την Αθήνα, είναι είτε άσχετοι με τα γεγονότα είτε φανατικοί προβοκάτορες, διαστρεβλωτές της Ιστορίας και όργανα της αγγλικής πολιτικής που από τότε πέταξε το προσωπείο της και έδειξε καθαρά ότι δεν ήθελε μόνο απλά να μας βάλει στη γωνία της εθνικής ζωής αλλά να μας εξοντώσει όλους, άντρες και γυναίκες του ΕΑΜ, μέχρις ενός.
Πρώτον, γιατί έτσι κι αλλιώς στην Αθήνα και στον Πειραιά κυριαρχούσε το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ. Το μόνο που κατείχαν οι Άγγλοι και η Κυβέρνηση ήταν το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία». Δεύτερον, γιατί το ΕΑΜ δεν είχε ούτε πολιτική ούτε σχέδιο ούτε καν πρόθεση για κατάληψη της εξουσίας. Και τρίτον αν είχε και ήθελε να χτυπήσει τα ανεπαρκή για την περίσταση αγγλικά στρατεύματα, τότε γιατί δεν επέτρεψε στον τακτικό στρατό του μόνιμου ΕΛΑΣ να μπει στην Αθήνα και να ξεκαθαρίσει την κατάσταση μέσα σε δυο-τρεις μέρες το πολύ, παρά άφησε τον εφεδρικό ΕΛΑΣ της Αθήνας «με τα παιδάκια και τα λιανοντούφεκα», όπως είπε ο Σαράφης, να γίνουν εύκολη λεία, με χιλιάδες θύματα μπροστά σ΄ έναν σύγχρονο στρατό με αεροπλάνα και τανκς, που εν τούτοις άντεξαν σ΄ αυτή την άνιση μάχη επί 33 ολόκληρα μερόνυχτα;
Όποιος έζησε τα γεγονότα απ΄ την αρχή ώς το τέλος όπως εγώ, μπορεί να αποδείξει με στοιχεία ατράνταχτα την αλήθεια των όσων λέω. Κι αν ξέφυγα από τον θάνατο, αυτό οφείλεται μόνο στην τύχη. Αλλά αν δεν με θανάτωσαν, μου κάνανε τόσο κακό στο σώμα και στην ψυχή, που είναι σαν να με σκότωσαν. Την ίδια τύχη με μένα είχαν εκατοντάδες χιλιάδες νέοι και νέες στα βουνά, στις συνοικίες, στις φυλακές, στις εξορίες, στα ξερονήσια και στα εκτελεστικά αποσπάσματα. Το σχέδιο του Τσώρτσιλ εφαρμόστηκε κατά γράμμα από τον Δεκέμβρη του 1944, όταν διέταξε τους στρατηγούς και τους στρατιώτες της Αυτού Μεγαλειότητος «Φερθείτε σαν να βρίσκεστε σε εχθρική χώρα». Και ποιος ήταν ο εχθρός; Εμείς οι Έλληνες μέλη του ΚΚΕ, του ΕΑΜ, της ΕΠΟΝ, του ΕΛΑΣ είτε απλά συμπαθούντες, που τότε ξεπερνούσαμε τα 2 εκατομμύρια ψυχές και μόλις βγήκαμε από τον σκληρό αγώνα που κάναμε κατά των Γερμανών κατακτητών και των συνεργατών τους.
Και φτάνω στον Δημοκρατικό Στρατό και τις μάχες στα βουνά με αντίπαλο τον Εθνικό Στρατό. Χωρίς να μπω σε λεπτομέρειες και ιδεολογικοπολιτικές αναλύσεις, θα προσπαθήσω να δω την ψυχολογία του ενός και του άλλου. Από απόψεως ηλικίας στη μεγάλη τους πλειοψηφία ήσαν όλοι έφηβοι-παιδιά. Πάντως το γεγονός είναι ένα: Ότι οι πρώτοι εξαναγκάστηκαν να πάρουν τα βουνά μπροστά στο όργιο των διώξεων (ειδικά στην ύπαιθρο), που είχαν αναλάβει 150 περίπου συμμορίες συνεργατών, ταγματαλητών και ληστών του κοινού ποινικού δικαίου με την άμεση καθοδήγηση των Άγγλων. Μπαίνανε στα χωριά, καίγανε τα σπίτια, σφάζανε τους άντρες, βιάζανε τις γυναίκες κι αυτό καθημερινά από το 1945 ώς το 1946, ώσπου όσοι κατόρθωσαν να ξεφύγουν, παίρνανε τα βουνά. Όταν έγιναν πολλοί και οργανώθηκαν, δημιούργησαν τέλος τον Δημοκρατικό Στρατό. Τότε οι Εγγλέζοι, πάντοτε με μια χούφτα Έλληνες πολιτικούς, άρχισαν να επιστρατεύουν χωρίς να ρωτούν τι πιστεύει ο ένας και τι σκέφτεται ο άλλος. Όμως όταν μπεις σε Λόχους, Τάγματα και Συντάγματα με την κατάλληλη εκπαίδευση μεταβάλλεσαι σε Νούμερο. Και τελικά κάνεις ό,τι σου πουν. Και τους είπαν: Τώρα θα πάτε στα βουνά να σκοτώσετε τα αδέλφια σας. Φυσικά δεν χρησιμοποίησαν ακριβώς τη λέξη «αδέλφια», αλλά άλλες περισσότερο εύηχες και αποτελεσματικές: Προδότες, κατσαπλιάδες, Βούλγαρους, όργανα των ξένων και εχθρούς της Πατρίδας. Όσοι ζήσανε στα Τάγματα Μακρονήσου ξέρουν ακριβώς τις μεθόδους με τις οποίες ένας «Βούλγαρος» μεταβάλλεται σε Έλληνα έτοιμο να κατασπαράξει τους προδότες.
Τελικά, τι ήσαν όλοι αυτοί παρά θύματα; Θύματα του φόβου οι μεν, θύματα της πλύσης εγκεφάλου οι δε. Όμως δεν έπαψαν και οι μεν και οι δε να είναι στο βάθος αθώα παιδιά, Έλληνες αναγκασμένοι να σκοτώνουν Έλληνες. Αδελφός τον Αδελφό!
Αν ξέφυγα από τον θάνατο, αυτό οφείλεται μόνο στην τύχη. Αλλά αν δεν με θανάτωσαν, μου κάνανε τόσο κακό στο σώμα και στην ψυχή, που είναι σαν να με σκότωσαν
Το κλάμα του βασανιστή
Εμένα, στο Πρώτο Τάγμα Μακρονήσου, ένας θηριώδης στραγγαλιστής μού ξερίζωσε το πόδι, γιατί του είπαν πως είμαι «Βούλγαρος». Με πήγαν στο 401 Στρατιωτικό Νοσοκομείο κι όταν γύρισα, κυκλοφορούσα με πατερίτσες. Κάποιο απόγευμα καθυστέρησα να γυρίσω στη σκηνή μου όταν σάλπισε το σιωπητήριο και με πιάσανε για να με χτυπήσουν. Επικεφαλής ήταν ο στραγγαλιστής μου, που πρόλαβαν να τον κάνουν «Έλληνα». Μου λέει: «Θα μείνεις κουτσός;». Εγώ δεν φοβήθηκα και με θάρρος του είπα «Φυσικά όχι», μήπως και θυμώσει. Τότε αυτός γυρίζει στους άλλους και τους διατάζει να μας αφήσουν μόνους. Με ρωτά «Θέλεις να σε κεράσω ένα γιαούρτι;». Μπήκαμε στη μεγάλη σκηνή των βασανιστών και καθήσαμε σε μια γωνία.
Με κοίταζε καλά-καλά και δεν μιλούσε. Τέλος φτάσανε τα γιαούρτια. Πριν προλάβω όμως να φάω μια κουταλιά, τον είδα ξαφνικά να αναστενάζει, να λέει «Δεν μπορώ άλλο» και να κλαίει.
Πήγα και τον αγκάλιασα λέγοντάς του «Μην κάνεις έτσι. Κάποτε θα περάσει...».
Σας διηγήθηκα μια ακραία περίπτωση που την έζησα για να δείξω ότι αυτή η πλύση εγκεφάλου, που δεν κατασκευάζει μόνο φανατικούς στρατιώτες αλλά και θηριώδεις βασανιστές, δεν ήταν ικανή να καταστρέψει τον άνθρωπο που έκλεινε ο καθείς μέσα του.
Γι΄ αυτό κι εγώ στα 1962, στο τέλος του «Νεκρού Αδελφού», βγάζω όλους τους σκοτωμένουςζωντανούς εχθρούς πιασμένους χέρι-χέρι να τραγουδούν «Ενωθείτε βράχια-βράχια, Ενωθείτε χέρια-χέρια», μιας και πιστεύω ακράδαντα ότι οι Έλληνες παραμείναμε στη συντριπτική μας πλειοψηφία ενωμένοι. Πάντοτε. Από τα 1940 έως σήμερα. Και όλα τα σύνορα που βάζουν κατά καιρούς ανάμεσά μας είναι φτιαχτά. Είναι πονηρά, δηλητηριώδη και κακόβουλα και εξυπηρετούν ξένους σκοπούς, ξένα συμφέροντα εχθρικά, εναντίον όλων των Ελλήνων, όλου του Λαού και της Πατρίδας.
Δεν είχαν τίποτα να μοιράσουν
Με άλλα λόγια, κάτω από την επιφάνεια των ιδεολογικών και των πολιτικών σκοπιμοτήτων υπήρχε η μάζα των αθώων παιδιών, τυλιγμένων στα γρανάζια του χειρότερου πολέμου, του Εμφυλίου, αναγκασμένων να σκοτώσουν για να μην σκοτωθούν, μιας και στην πραγματικότηταδεν είχαν τίποτα να μοιράσουν μεταξύ τους. Ούτε ταξικό μίσος ούτε καν μίσος, μιας και οι πιο πολλοί ζούσαν στα ίδια περίπουχωριά, στην ίδια μίζερη ζωή και όλοι κι απ΄ τις δυο πλευρές ονειρεύονταν μια καλύτερη ζωή με ειρήνη, ομόνοια, κοινωνική δικαιοσύνη και προκοπή για τον ίδιο λαό, τον ελληνικό.
Σχόλια